Τρομοκρατική οργάνωση η Μουσουλμανική Αδελφότητα: Η δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι του Ερντογάν

Η απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να προχωρήσει, με εκτελεστικό διάταγμα χθες, 24 Νοεμβρίου, στον χαρακτηρισμό συγκεκριμένων παραρτημάτων της Μουσουλμανικής αδελφότητας ως τρομοκρατικών οργανώσεων δεν αποτελεί μια νομική πράξη, ούτε και απλά την εφαρμογή πολιτικών ασφαλείας. Αντίθετα, ανοίγει έναν νέο κύκλο γεωπολιτικών ανακατατάξεων στη Μέση Ανατολή και είναι πιθανόν να δημιουργήσει καταιγισμό εξελίξεων στην αρχιτεκτονική ασφαλείας της περιοχής.

Η νομοθεσία του 1997, που χρησιμοποιήθηκε, επιτρέπει στις ΗΠΑ να χαρακτηρίζουν ξένες οργανώσεις ως τρομοκρατικές, ενεργοποιώντας κυρώσεις και ποινικές συνέπειες για όσους συνεργάζονται με αυτές. Και αν κάποιος πάει… αρκετά μακριά ακόμη και να επιτρέπει στις Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ να πραγματοποιήσουν χτυπήματα κατά στόχων των συγκεκριμένων οργανώσεων, όπως περίπου συμβαίνει τις ημέρες αυτές έξω από την Βενεζουέλα, με τα καρτέλ των ναρκωτικών, τα οποία έχουν επίσης χαρακτηριστεί ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις.

Τουρκία και Κατάρ: Σε στενό κλοιό

Τον ρόλο της… Βενεζουέλας, φαίνεται ότι αναλαμβάνουν στην –κόκκινη- γεωπολιτικά περιοχή δύο κράτη των οποίων η ηγεσία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την Μουσουλμανική Αδελφότητα. Η Τουρκία και το Κατάρ. Οι δύο χώρες έχουν στηρίξει πολιτικές δυνάμεις που ανήκουν ή συνδέονται με τη μουσουλμανική αδελφότητα, ιδιαίτερα την περίοδο μετά τις εξεγέρσεις του 2011.

Η Άγκυρα έχει φιλοξενήσει εξόριστα στελέχη, έχει προσφέρει μέσο προβολής σε οργανώσεις που συμμερίζονται την ιδεολογία του κινήματος και έχει εντάξει μέρος της πολιτικής αυτής στην περιφερειακή της στρατηγική. Έφτασε δε μέχρι του σημείου να διαρρήξει τις σχέσεις της με την Αίγυπτο για την οργάνωση αυτή, της οποίας η δράση κατεστάλη από τον Σίσι.
Η Ντόχα, αντίστοιχα, φιλοξενεί ηγετικά στελέχη της αιγυπτιακής αδελφότητας και παραμένει σημαντικός χρηματοδότης οργανώσεων που συνδέονται – ιδεολογικά η πολιτικά – με αυτήν. Χαρακτηριστικό ότι αποτέλεσε στο παρελθόν τον κύριο χρηματοδότη εμβληματικών προσωπικοτήτων της οργάνωσης ακόμη και στο έδαφος των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, τη δεκαετία του 1990, οι δραστηριότητες του ισλαμιστή ιεροκήρυκα και υποστηρικτή της τρομοκρατίας Γιούσεφ αλ-Καραντάουι στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο χρηματοδοτούνταν από το Κατάρ. Αυτό το μοτίβο καταριανής χρηματοδότησης, που ενίσχυσε ισλαμιστικούς θεσμούς, συνεχίζει να επηρεάζει το δημόσιο πεδίο στη Δύση και ειδικά στις ΗΠΑ.

Η απόφαση Τραμπ, αν μη τι άλλο, περιορίζει τον βαθμό ελευθερίας των δύο χωρών. Ενισχύει την πίεση από τις ΗΠΑ και ενθαρρύνει τους περιφερειακούς ανταγωνιστές τους να εντείνουν τις διπλωματικές επιθέσεις εναντίον τους. Ενώ η κυβέρνηση Τραμπ καθίσταται πλέον υπόλογη έναντι του Κογκρέσσου για τυχόν «ανοχή» έναντι των σχέσεων αυτών.

Ο ιδεολογικός δεσμός Ερντογάν – Μουσουλμανικής Αδελφότητας

Σύμφωνα με κάποιους ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι ο de facto αρχηγός της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, με το Κατάρ να έχει τον ρόλο του «κουμπαρά» της οργάνωσης. Της οποίας το πολιτικό και ιδεολογικό αφήγημα διαπερνά ολόκληρη την πολιτική του διαδρομή.

Από τη δεκαετία του 1970, ως μέλος του ισλαμικού κινήματος του Νετζμεττίν Ερμπακάν, μέχρι την ίδρυση του AKP το 2001, ο Ερντογάν κινήθηκε σε ένα περιβάλλον που έβλεπε το πολιτικό ισλάμ ως μοχλό κοινωνικής μεταμόρφωσης. Ταυτόχρονα στην εξωτερική του πολιτική αξιοποίησε πολιτικά κόμματα με ιδεολογική συγγένεια σε Λιβύη, Συρία, Τυνησία και άλλες χώρες, εντάσσοντας την πολιτική αυτή σε μια ευρύτερη στρατηγική περιφερειακής επιρροής. Ο χαιρετισμός «Ραμπία», που ο Ερντογάν χρησιμοποιούσε δημοσίως επί χρόνια, αποτελεί ενδεικτικό σύμβολο αυτής της σχέσης.

Η απόφαση των ΗΠΑ βεβαίως δεν στοχεύει μόνον Κατάρ και Τουρκία. Σε χώρες όπως η Τυνησία, το Μαρόκο, η Ιορδανία, η Λιβύη, ο Λίβανος και το Ιράκ, κόμματα που εμπνέονται από την αδελφότητα συμμετέχουν σε κυβερνήσεις ή έχουν παίξει ρόλο τα τελευταία χρόνια.

 

Ενισχυμένος ο άξονας Αίγυπτος-ΗΑΕ-Σαουδική Αραβία

Η απόφαση Τραμπ λειτουργεί ταυτόχρονα σαν πολιτική νίκη για την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η Αίγυπτος του Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι επιδιώκει εδώ και χρόνια διεθνή αναγνώριση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ως τρομοκρατικής οργάνωσης. Η αμερικανική στήριξη προσφέρει στο Κάιρο σημαντική διπλωματική κάλυψη και ενισχύει το αφήγημα ότι ο πολιτικός ισλαμισμός αποτελεί απειλή για τη σταθερότητα του κράτους.

Ενώ και τα ΗΑΕ, που έχουν επενδύσει στη δημιουργία ενός περιφερειακού μοντέλου ασφαλείας χωρίς ισλαμιστικές οργανώσεις, έχοντας έντονη σύγκρουση με το Κατάρ στο παρελθόν βλέπουν τη θέση τους να ενδυναμώνεται. Η αμερικανική στάση ενισχύει τον περιφερειακό τους ρόλο, αλλά και τον δεσμό τους με την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία, δημιουργώντας ένα αναβαθμισμένο μπλοκ έναντι στην επιρροή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Απαίτηση του MAGA – Σε τι αντιδρούν οι Ισραηλινοί

Η απόφαση ελήφθη μόλις λίγες ημέρες μετά την απόφαση του κυβερνήτη του Τέξας Γκρέγκ Άμποτ να απαγορεύσει την λειτουργία τόσο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας όσο και του CAIR (Συμβούλιο Αμερικανο-Ισλαμικών Σχέσεων) στην Πολιτεία του. Ο δε κυβερνήτης ανέφερε σε αναρτησή του ότι ήταν ακριβώς αυτές οι σχέσεις του CAIR με την Τουρκία – μια χώρα που όπως τόνιζε στηρίζει την μουσουλμανική αδελφότητα – που τον οδήγησαν στην απόφαση να τις χαρακτηρίσει ως τρομοκρατικές οργανώσεις (στο Τέξας).

Απόφαση που όπως απεδείχθη ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στο MAGA κίνημα που στηρίζει τον Ντόναλντ Τραμπ. Και το οποίο στο τελευταίο διάστημα εκφράζει τις αντιρρήσεις του για τη σχέση του Ντόναλντ Τραμπ με ισλαμικούς παράγοντες, όπως ο Ερντογάν, η ηγεσία του Κατάρ αλλά και τον Αλ Τζολανί της Συρίας. Εξοργίσθηκε δε με την εμπλοκή του CAIR στην εκλογή του Δημάρχου της Νέας Υόρκη Μαμντάνι.

Πάντως, η απόφαση του Τραμπ κρίνεται ως… μάλλον ελαστική από την πλευρά των Ισραηλινών. Σύμφωνα με ανάλυση της Jerusalem Post γίνεται αντιληπτή ως ημίμετρο, καθώς θεωρείται ότι επιτρέπει περιθώριο κινήσεων κυρίως στο Κατάρ, το οποίο θα έχει την ευκαιρία να συνεργασθεί με τις ΗΠΑ για την «αντιμετώπιση» τρομοκρατικών – και επισήμως πλέον – οργανώσεων, τις οποίες όμως φιλοξενεί και χρηματοδοτεί. Και στον πρόεδρο των ΗΠΑ καταλογίζεται περίπου ότι ασχολείται με τα «συμπτώματα» και όχι με την ρίζα της αρρώστιας του ισλαμικού εξτρεμισμού. Την οποία ο Ισραηλινός αναλυτής εντοπίζει στην επιρροή του Κατάρ στους δυτικούς θεσμούς.

Ακόμη όμως και εάν έχουν δίκιο, το γεγονός είναι ότι η συγκεκριμένη απόφαση – που δίνει στις αμερικάνικες αρχές να διερευνήσουν εις βάθος κάθε είδους σχέσεις μεταξύ τρομοκρατικών οργανώσεων και κρατών – οικονομικές, πολιτικές και ιδεολογικές – αποτελεί μια «δαμόκλειο σπάθη» πάνω από το κεφάλι ιδίως του Ταγίπ Ερντογάν. Ο οποίος έχει ήδη ένα ανοιχτό μέτωπο με το Ισραήλ.