Γραφει ο Ιωαννης Παπαδοπουλος… Μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες στην Κοπεγχάγη τον περασμένο Φεβρουάριο, η τότε Πρωθυπουργός της Δανίας Helle Thorning-Schmidt αποφάσισε να διοργανώσει δημοψήφισμα διότι πίστευε ότι χρειαζόταν ενισχυμένη συνεργασία της Δανίας με την Ευρωπαϊκή Αστυνομία Europol σχετικά με τη διασυνοριακή συλλογή στοιχείων για επίδοξους τρομοκράτες, καθώς και ότι ο δανέζικος λαός θα έπρεπε να κληθεί να τοποθετηθεί επ’ αυτού του θέματος. Η Δανία είναι εξάλλου μια χώρα με μεγάλη παράδοση σε δημοψηφίσματα: με το δημοψήφισμα του 1993 οι Δανοί είχαν οδηγήσει την κυβέρνηση να διαπραγματευθεί τη δυνατότητα εξαίρεσης (opt out) της χώρας από το κοινοτικό κεκτημένο σχετικά με θέματα αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, ευρωπαϊκής ιθαγένειας και συμμετοχής στην ευρωζώνη, ενώ στο δημοψήφισμα του 2000, μια διακριτή πλειοψηφία πολιτών τάχθηκε κατά της ένταξης της χώρας στην ευρωζώνη παρά την αντίθετη στάση των τότε ειδικών, κάτι για το οποίο οι Δανοί ουδέποτε μετάνιωσαν.
Ο τωρινός Πρωθυπουργός Lars Rasmussen αποφάσισε να διεξαγάγει αυτό το δημοψήφισμα πιο νωρίς από ό,τι αρχικά προβλεπόταν προκειμένου να προλάβει τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17-18 Δεκεμβρίου 2015, όπου θα συζητηθεί το σχέδιο της βρετανικής κυβέρνησης για δημοψήφισμα με θέμα την παραμονή ή όχι του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος την περασμένη Πέμπτη ήταν αρνητικό: οι Δανοί καταψήφισαν με ποσοστό 53% την δυνατότητα της χώρας τους να ενταχθεί (opt in) στις Ευρωπαϊκές πολιτικές ενισχυμένης συνεργασίας σε θέματα δικαστικής και αστυνομικής πολιτικής.
Το εκλογικό αποτέλεσμα ερμηνεύθηκε γενικά ως ακόμα μια νίκη του ευρωσκεπτικισμού σε μια εύπορη χώρα του Ευρωπαϊκού Βορρά. Μόνο τρία από τα εννέα κοινοβουλευτικά κόμματα τάχθηκαν υπέρ του Όχι από πολύ διαφορετικά μέρη του πολιτικού φάσματος: το ακροδεξιό Λαϊκό Κόμμα, η νεοφιλελεύθερη Φιλελεύθερη Συμμαχία και η σοσιαλιστική Κόκκινη-Πράσινη Συμμαχία. Όλα τα υπόλοιπα κόμματα της Κεντροδεξιάς, του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς τάχθηκαν υπέρ του Ναι και ηττήθηκαν, με μεγάλη μάλιστα συμμετοχή της τάξης του 72%. Το παράδοξο όμως του δανέζικου δημοψηφίσματος είναι ότι οι Δανοί δεν τάσσονται, από ό,τι αποφαίνονται οι πολιτικοί επιστήμονες, αναφανδόν κατά της συμμετοχής της χώρας τους στην Europol, τουναντίον: φοβούνται τη διεθνή τζιχαντιστική τρομοκρατία και επιθυμούν περισσότερη προστασία απ’ την Ευρώπη. Τάχθηκαν όμως κατά ενός διακυβερνητικού οργανισμού που αισθάνονται ότι λαμβάνει αποφάσεις σε κλειστό κύκλωμα, πολύ μακριά απ’ τον έλεγχο των απλών πολιτών.
Παρόλο που μια πρώτη και βιαστική ανάγνωση του αποτελέσματος εκτιμά – σε αντιστοίχιση με το ακροδεξιό-εθνικιστικό αφήγημα – ότι οι Δανοί δεν ήθελαν να παραχωρήσουν περισσότερη εθνική κυριαρχία στην ΕΕ, κατά τη γνώμη μου, η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη: οι Δανοί επιθυμούν περισσότερη εμβάθυνση στην πολιτική συνεργασία μεταξύ των Ευρωπαίων, χωρίς όμως να γίνονται εκπτώσεις στη δημοκρατική αρχή της λογοδοσίας και της απόδοσης ευθυνών στο όνομα μιας τεχνοκρατικής λογικής, την οποίαν οι πολίτες υποτίθεται ότι δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένοι να αντιληφθούν. Αν η διακρατική αστυνομική και δικαστική συνεργασία ετίθετο σε ένα πλαίσιο με αυξημένη δημοκρατική νομιμοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δηλαδή λογοδοτούσε με διαφάνεια σε μια εκλεγμένη Ευρωπαϊκή Κυβέρνηση, υπόλογη απέναντι σε ένα δημοκρατικά εκλεγμένο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα πράγματα θα ήταν ενδεχομένως διαφορετικά, όχι μόνο στην περίπτωση της Δανίας, αλλά και γενικότερα στη διαδικασία Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.