Συνέντευξη Τύπου ΠΑΣΟΚ: «6 χρόνια ΝΔ, Αποτύχατε – Να η Ελλάδα που παραδίδετε στις κοινωνικές ανισότητες»

Στη ΔΕΘ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης θα παρουσιάσει το σχέδιο για ένα νέο ισχυρό κοινωνικό κράτος, με ένα πρόγραμμα ρήξεων, αλλαγών και θετικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Με αιχμές για «συνειδητές επιλογές υπέρ καρτέλ και funds» και την κατηγορία ότι η κυβέρνηση έχει «αλλεργία στο κοινωνικό κράτος», το ΠΑΣΟΚ παρουσίασε στοιχεία για το ιδιωτικό χρέος, την ακρίβεια, την ενέργεια, τα εργασιακά και την υγεία στη δεύτερη από τις συνολικά 4 συνεντεύξεις Τύπου που πραγματοποιεί έως και την Παρασκευή για την εξαετή διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.

Σήμερα η θεματική της «Μαύρης Βίβλου» ήταν επικεντρωμένη στον τομέα του κόστους διαβίωσης και των κοινωνικών ανισοτήτων με ομιλητές την υπεύθυνη ΚΤΕ Οικονομίας για θέματα τραπεζών, ιδιωτικού χρέους και προστασίας δανειοληπτών Μιλένα Αποστολάκη, τον υπεύθυνο ΚΤΕ Ανάπτυξης Γιώργος Νικητιάδης, τον υπεύθυνο ΚΤΕ Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Παύλος Χρηστίδης, τον υπεύθυνο ΚΤΕ Ενέργειας Φραγκίσκος Παρασύρης, και τον τομεάρχη Υγείας Ιωάννης Τσίμαρης.

«Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει αλλεργία στο κοινωνικό κράτος» Στόχος των σημερινών τοποθετήσεων, όπως εξήγησε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ Κώστας Τσουκαλάς, είναι «να αναδείξουν πώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη τα 6 αυτά χρόνια λειτούργησε ως καταλύτης για τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων». Υποστήριξε ότι αυτό δεν έγινε κατά λάθος, δεν ήταν αστοχία και ούτε έγινε επειδή υπήρχαν οι εξωγενείς παράγοντες, «αλλά ήταν μια συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνηση Μητσοτάκη». Συγκεκριμένα είπε ότι ήταν συνειδητές επιλογές: «η εξυπηρέτηση των καρτέλ», «η εργαλειοποίησή της ακρίβειας και του πληθωρισμού για την τόνωση των φορολογικών εσόδων και την εκτόξευση των κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών μονάδων», «η επιλογή αυτή που οδήγησε στην τεράστια αύξηση της τιμής του ρεύματος», «η υπονόμευση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των συλλογικών συμβάσεων», «η κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας που θέσπισε το ΠΑΣΟΚ από το 2010 και που σε συνδυασμό με την αδυναμία ελέγχου του ιδιωτικού χρέους οδηγεί σήμερα σε μια βίαιη αναδιανομή ακίνητης περιουσίας», «η απαξίωση του ΕΣΥ, η υποστελέχωση των δομών που οδηγεί στα σημερινά φαινόμενα των ελλείψεων και την πολύ μεγάλη αύξηση των ιδιωτικών δαπανών για την υγεία».

Σχολίασε ότι μπορεί η υγεία, η εργασία, η κοινωνική ασφάλιση, το ενεργειακό κόστος, το ιδιωτικό χρέος, να φαίνονται διαφορετικά πεδία, «αλλά συνδέονται με την καθημερινότητα των πολιτών και εδώ η κυβέρνηση έχει αποτύχει παταγωδώς». Είπε ότι «το βασικό πρόβλημα της χώρας σήμερα είναι το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα», ότι «η κυβέρνηση της ΝΔ έχει αλλεργία στο κοινωνικό κράτος» και πως «το αποτέλεσμα της υποτυπώδους και σε μεγάλο βαθμό εξωγενώς χρηματοδοτούμενης μέσω κονδυλίων ανάπτυξης, δίνεται άδικα και με κριτήρια αδιαφανή και κοινωνικά μεροληπτικά». Προανήγγειλε δε ότι στη ΔΕΘ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης θα παρουσιάσει το σχέδιο για ένα νέο ισχυρό κοινωνικό κράτος, με ένα πρόγραμμα ρήξεων, αλλαγών και θετικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ο κ. Τσουκαλάς με αφορμή και τη σημερινή και τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου είπε ότι το ΠΑΣΟΚ ασκεί αξιόπιστη και τεκμηριωμένη αντιπολίτευση και σχολίασε πως αν η κυβέρνηση σκοπεύει να απαντήσει «σε αυτά που εμείς επισημαίνομε με νούμερα, ας το κάνει μια φορά με νούμερα». «Χθες όλες οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης συνιστούσαν απόλυτη αποδοχή αυτών που εμείς λέμε με αριθμούς. Ελπίζουμε να μην αρχίσει πάλι η κυβέρνηση με τοξικότητα και διχαστικό λόγο απλά να επιτίθεται, και να απαντήσει μια φορά με νούμερα. Ερωτηθείς για τη χθεσινή απάντηση της ΝΔ στη χθεσινή παρουσίαση του ΠΑΣΟΚ, είπε ότι η χώρα μας παραμένει με τον μεγαλύτερο πληθωρισμό στην Ευρώπη, ενώ σε σχέση με την κυβερνητική θέση για τις ανισότητες, ότι εξαιτίας των πολιτικών της μειώθηκε ο κίνδυνος αποκλεισμού από τη φτώχεια, απάντησε πως «όταν το μερίδιο κερδών επιχειρήσεων αυξάνεται σε μια χώρα σε σχέση με το ΑΕΠ και το μερίδιο μισθών στο ΑΕΠ μειώνεται, αυτό είναι η πιο περιγραφική εικόνα αυτού που λέμε ”διευρυμένες κοινωνικές ανισότητες”». «Σήμερα όταν βλέπουμε στη χώρα ότι ένα μεγάλο μέρος δεν μπορεί να πάρει την ιατρική φροντίδα όταν τη χρειάζεται και είμαστε πρώτοι σε αυτό στην Ευρώπη, αντιλαμβανόμαστε τι σημαίνει…».

 

 

Ο Παύλος Χρηστίδης σχολίασε επιπλέον ότι «αυτά τα στοιχεία που λέει η κυβέρνηση δεν αντικρούονται από το ΠΑΣΟΚ, αλλά από τα στοιχεία που έχει βγάλει η Eurostat. Αυτή περιγράφει ότι η Ελλάδα είναι μια από τις χειρότερες χώρες πανευρωπαϊκά σε επίπεδο αποκλεισμών». Εν τω μεταξύ, αναφερθείς στη συνέντευξη Τύπου του υπουργού ΠΡΟΠΟ για τους ελέγχους και τα πρόστιμα για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Τσουκαλάς σχολίασε ότι δεν θα είχε συμβεί «αυτή η τεράστια απώλεια δημοσίων πόρων, ευρωπαϊκών κονδυλίων, αν δεν άλλαζε αυτή η κυβέρνηση σαν τα πουκάμισα όσους διοικητές του ΟΠΕΚΕΠΕ προσπάθησαν να καθαρίσουν την κόπρο του Αυγεία». Δεν θα είχε συμβεί, συνέχισε, αν αυτοί οι έλεγχοι δεν γίνονταν το 2025, αφότου η ευρωπαϊκή εισαγγελία κατασκήνωσε στην Αθήνα, αλλά να είχε γίνει από το 2020 και μετά που υπήρχαν οι καταγγελίες και που το ΠΑΣΟΚ έκανε συνεχείς ερωτήσεις «και ο πρωθυπουργός απαντούσε για απλές σκιές, οι οποίες τελικά έγιναν γιγαντιαία βουνά που έχουν δυσφημίσει τη χώρα». «Μακάρι πράγματι να εισπραχθούν άμεσα τα ποσά -έχουμε βέβαια μια μεγάλη καθυστέρηση 4 μηνών από τότε που ανακοινώθηκε ότι θα γινόταν έλεγχος μέχρι τώρα», προσέθεσε, τονίζοντας ότι το ΠΑΣΟΚ από την πρώτη μέρα είπε: άμεσα καταλογισμός, δέσμευση περιουσιών όσων πράγματι φαίνεται να έχουν ενθυλακώσει παρανόμως ποσά και εξασφάλιση των απαιτήσεων του ελληνικού δημοσίου. Τοποθετήσεις τομεαρχών «Υπάρχει άλλος δρόμος, αυτόν θα παρουσιάσει ολοκληρωμένα στη ΔΕΘ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ», «αυτή η κατάσταση μόνο με πολιτική αλλαγή μπορεί να αλλάξει», είπε η Μιλένα Αποστολάκη παρουσιάζοντας τα κυβερνητικά πεπραγμένα για το ιδιωτικό χρέος. Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι ενώ η επιβολή κανόνων στα funds, τις τράπεζες και τους services συνιστά αυτονόητη υποχρέωση, εκείνη με πρωτοβουλίες της ή με την αδράνεια της «ισχυροποιεί το μέρος των ισχυρών και όχι των αδύνατων»:

«Κατήργησε κάθε πλέγμα προστασίας για την κύρια α’ κατοικία καταργώντας τον νόμο του ΠΑΣΟΚ. Επιτρέπει την ασύδοτη δράση των servicers και των funds, την άνευ όρων και ορίων εκμετάλλευση και κερδοσκοπία της. Εισήγαγε ένα πτωχευτικό κώδικα που μόνο διευκόλυνε τη ρευστοποίηση της ακίνητης περιουσίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Απέρριψε επανειλημμένα στοχευμένες τροπολογίες του ΠΑΣΟΚ βάσει των οποίων αντιμετωπίζονταν οι καταχρηστικές συμπεριφορές (servicers, funds, τραπεζών) και το διογκούμενο πρόβλημα των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο».

Ο Γιώργος Νικητιάδης μιλώντας για την ακρίβεια, χαρακτήρισε τη ΝΔ πρωταθλήτρια πανευρωπαϊκά σε «ανικανότητα» να αντιμετωπίσει την ακρίβεια, παρότι είχε υποσχεθεί να μειώσει τις τιμές και την ακρίβεια στα τρόφιμα. Σχολίασε ότι ο κ. Μητσοτάκης έλεγε πως ο πόλεμος της κυβέρνησης κατά της ακρίβειας στα τρόφιμα θα είναι διαρκής και ότι αργά ή γρήγορα θα υποχωρούσαν οι τιμές και «το αποτέλεσμα είναι να είμαστε δεύτεροι από το τέλος». «Η χώρα βιώνει τιμές ενεργειακής κρίσης χωρίς να υπάρχει κρίση» τόνισε ο Φραγκίσκος Παρσύρης, προσθέτοντας ότι η ακρίβεια και ο πληθωρισμός δεν είναι εισαγόμενα, αλά κυβερνητική επιλογή της ΝΔ.

«Με πρόσχημα την ”παραγωγικότητα” και την ”ευελιξία”, στην πράξη αποδυναμώθηκαν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα, περιορίστηκαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, διευρύνθηκαν οι δυνατότητες αναιτιολόγητης απόλυσης και επιβλήθηκαν νέοι περιορισμοί στο συνδικαλιστικό και απεργιακό δικαίωμα», σημείωσε. Σχολίασε δε πως με το νέο εργασιακό νομοσχέδιο «Μητσοτάκης και ΝΔ θα μείνουν στην ιστορία ως ο πρωθυπουργός και το κόμμα του 13ωρου». «Η κυβέρνηση θεωρεί την υγεία ως κόστος και όχι ως επένδυση, έτσι η Ελλάδα είναι ουραγός στη δημόσια δαπάνη με μόλις το 5,8% του ΑΕΠ όταν ο ευρωπαϊκός μ.ο. είναι 7,2%» σημείωσε ο Ιωάννης Τσίμαρης και προσέθεσε: «Χρειάζονται πολιτικές επένδυσης στην υγεία, ως δημόσιο αγαθό, να διασφαλιστεί καθολική και ισότιμη πρόσβαση για όλους».

6645480 2f303

Δείτε αναλυτικά όλες τις τοποθετήσεις

*Κώστας Τσουκαλάς, Εκπρόσωπος Τύπου ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής

Η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων δεν έγινε κατά λάθος, δεν είναι μία αστοχία, δεν έγινε γιατί υπήρχαν οι εξωγενείς παράγοντες, αλλά ήταν μία συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Ήταν συνειδητή επιλογή η εξυπηρέτηση των καρτέλ, η εργαλειοποίηση της ακρίβειας και του πληθωρισμού για την τόνωση των φορολογικών εσόδων μέσω της έμμεσης φορολογίας και την εκτόξευση των κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών μονάδων.
Ήταν συνειδητή επιλογή αυτή που οδήγησε στην τεράστια αύξηση στην τιμή του ρεύματος και στην αδυναμία θέρμανσης των νοικοκυριών. Ήταν συνειδητή επιλογή η υπονόμευση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των συλλογικών συμβάσεων, η οποία οδηγεί στο παράδοξο η χώρα μας σήμερα να φαίνεται να είναι τρίτη σε επίπεδο συμμετοχής κερδών επιχειρήσεων στο ΑΕΠ και δεύτερη από το τέλος σε ποσοστό συμμετοχής μισθών στο ΑΕΠ. Να υπάρχει το παράδοξο, ενώ υπάρχει μία υποτυπώδης ανάπτυξη, αυτή να κατανέμεται πάρα πολύ άνισα.
Δεν είναι τυχαίο -και αυτές τις μέρες το συζητάμε πάρα πολύ έντονα- ότι επιλέγει ένα μοντέλο φθηνής απασχόλησης, χαμηλής παραγωγικότητας, απόλυτης ευελιξίας, όπου φτάνει στην αμφισβήτηση κεντρικών κατακτήσεων όσον αφορά στο ωράριο εργασίας. Ήταν συνειδητή επιλογή η κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας που θέσπισε το ΠΑΣΟΚ από το 2010 και, σε συνδυασμό με την αδυναμία ελέγχου του ιδιωτικού χρέους, οδηγεί σήμερα σε μία βίαιη αναδιανομή ακίνητης περιουσίας. Ήταν, επίσης, συνειδητή επιλογή η απαξίωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η υποστελέχωση των δομών, που οδηγεί στα σημερινά φαινόμενα των ελλείψεων και, βέβαια, στην πολύ μεγάλη αύξηση των ιδιωτικών δαπανών για την υγεία. Μπορεί η υγεία, η εργασία, η κοινωνική ασφάλιση, το ενεργειακό κόστος, το ιδιωτικό χρέος να φαίνονται διαφορετικά πεδία, αλλά συνδέονται με την καθημερινότητα των πολιτών. Και εδώ η κυβέρνηση έχει αποτύχει παταγωδώς.

Το βασικό πρόβλημα της χώρας μας σήμερα είναι το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα. Ότι το αποτέλεσμα της υποτυπώδους και, σε μεγάλο βαθμό, εξωγενώς χρηματοδοτούμενης μέσω κονδυλίων ανάπτυξης διανέμεται άνισα και άδικα και, κυρίως, με κριτήρια αδιαφανή και κοινωνικά μεροληπτικά. Η αποτυχία είναι παταγώδης στην καθημερινότητα. Το διαπιστώνουν καθημερινά οι πολίτες και δεν κρύβεται. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει αλλεργία στο κοινωνικό κράτος. Έχει αλλεργία στην κοινωνική κινητικότητα. Για το ΠΑΣΟΚ η κοινωνική κινητικότητα, οι ίσες ευκαιρίες είναι πυρήνας της σκέψης και της δράσης μας. Χωρίς ασφαλή εργασία, χωρίς αξιόπιστο δημόσιο σύστημα υγείας, χωρίς σύγχρονο δωρεάν σύστημα παιδείας, δεν μπορεί να δημιουργήσουμε τους όρους για την ευημερία. Υποθηκεύεται και υπονομεύεται το παρόν και το μέλλον. Διαλέξαμε πέντε πεδία -δεν περιορίζεται μόνο σε αυτά το κοινωνικό κράτος και οι ανισότητες- διότι αυτά θεωρούμε ότι καταδεικνύουν πάρα πολύ γλαφυρά πού απέτυχε, τι έταξε και τι δεν έκανε.

Σήμερα θα μιλήσουν η τομεάρχης Οικονομίας για θέματα Ιδιωτικού Χρέους, Τραπεζών κα. Μιλένα Αποστολάκη, ο τομεάρχης Ανάπτυξης για την Ακρίβεια Γιώργος Νικητιάδης, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ και τομεάρχης Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Παύλος Χρηστίδης, ο τομεάρχης Ενέργειας Φραγκίσκος Παρασύρης και ο αναπληρωτής Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και τομεάρχης Υγείας Γιάννης Τσίμαρης. Όπως είπαμε και χθες, είναι μία «γέφυρα» προς την ομιλία του Προέδρου στη ΔΕΘ. Σήμερα ασχολούμαστε με αυτά τα οποία δεν έκανε, ενώ είχε υποσχεθεί η Νέα Δημοκρατία, με το αποτέλεσμα των πολιτικών της. Και στη ΔΕΘ ο Νίκος Ανδρουλάκης θα παρουσιάσει με σαφήνεια το σχέδιο του ΠΑΣΟΚ για ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος-αρωγό στην προσπάθεια των πολιτών να δημιουργήσουν το μέλλον τους. Εκεί, με πολύ μεγάλη σαφήνεια, θα προτείνουμε ένα πρόγραμμα ρήξεων, αλλαγών και θετικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.

*Μιλένα Αποστολάκη, υπεύθυνη Κ.Τ.Ε. Οικονομίας για θέματα τραπεζών, ιδιωτικού χρέους, προστασίας δανειοληπτών ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής

Για το ΠΑΣΟΚ, η αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους αποτελεί μια προτεραιότητα για την οικονομική και αναπτυξιακή μας πολιτική, όχι μόνο γιατί το ιδιωτικό χρέος ως ενεργή βόμβα υπονομεύει κάθε έννοια κοινωνικής συνοχής, αλλά και γιατί αντιστρατεύεται κάθε προοπτική ανάκαμψης της εθνικής οικονομίας. Η έννοια της δεύτερης ευκαιρίας σε όσους βρέθηκαν στη δίνη δεν συνιστά φιλευσπλαχνία, αλλά οδό κοινωνικής συνεκτικότητας και αναγέννησης της οικονομίας. Η επιβολή κανόνων λειτουργίας στις τράπεζες, στα funds και στους servicers συνιστά επίσης αυτονόητη υποχρέωση κάθε κυρίαρχης οικονομίας.
Η πολιτική της κυβέρνησης οδηγεί στην αγορά πολιτικού χρόνου που διογκώνει το πρόβλημα. Με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, αλλά και με την αδράνειά της, ισχυροποιεί όχι το μέρος των αδυνάτων αλλά το μέρος των ισχυρών. Στη μονόπλευρη αυτή πολιτική της, δεν δίστασε να καταργήσει κάθε πλέγμα προστασίας για την πρώτη, την κύρια κατοικία, καταργώντας τον σχετικό νόμο, τον νόμο του ΠΑΣΟΚ, τον νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου μέσα στην καρδιά της κρίσης. Επέτρεψε και συνεχίζει να επιτρέπει την ασύδοτη δράση των servicers και των funds, την περιφρόνηση δηλαδή στην καθημερινή τους λειτουργία στοιχειωδών δικαιωμάτων των δανειοληπτών, την άνευ όρων και ορίων εκμετάλλευση και κερδοσκοπία τους. Εισήγαγε έναν πτωχευτικό κώδικα που χωρίς κανένα ίχνος κοινωνικού χαρακτήρα, το μόνο που έκανε ήταν να διευκολύνει τη ρευστοποίηση της ακίνητης περιουσίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα μόνα εργαλεία που προβλέφθηκαν, οι εξωδικαστικοί μηχανισμοί διευθέτησης, επιτρέπουν στις εταιρείες διαχείρισης και στις τράπεζες να διατηρούν τον πλήρη έλεγχο, χωρίς να αντιμετωπίζουν καμία συνέπεια για τυχόν αρνήσεις τους ή καταχρηστικές τους συμπεριφορές.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι απέρριψε επανειλημμένως οι στοχευμένες, συγκροτημένες τροπολογίες του ΠΑΣΟΚ, τις οποίες κατέθεσε το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας και παρουσίασε ο Πρόεδρος του Κινήματος με βάση τις οποίες αντιμετωπίζονταν οι καταχρηστικές συμπεριφορές servicers, funds και τραπεζών, καθώς επίσης και το διογκούμενο κοινωνικό πρόβλημα των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο.
Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι, παρά την υποτιθέμενη παρέμβαση της κυβέρνησης, μετά την επίμονη παρέμβαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ σε ό,τι αφορά στις καταχρηστικές προμήθειες και χρεώσεις των τραπεζών, οδήγησαν σε μια ελλιπέστατη και κυρίως ανεπαρκή νομοθετική ρύθμιση με την οποία ένα ελάχιστο τμήμα αυτών των καταχρηστικών προμηθειών και χρεώσεων μειώθηκαν ή καταργήθηκαν. Παρά το γεγονός αυτό, όπως όλοι πλέον γνωρίζουν, συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα επιμένει και με μία επιστολή επιβάλλει μονομερώς τη μετατροπή των λογαριασμών ταμιευτηρίου και τρεχούμενων σε δήθεν προνομιακούς λογαριασμούς, που συνεπάγεται 0,80 ευρώ τον μήνα υποχρεωτική και αναγκαστική χρέωση για τους καταναλωτές, αιτιολογώντας αυτή τη μετατροπή ως αντιστοιχούσα σε συγκεκριμένες υπηρεσίες.
Όμως, η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των υπηρεσιών έχει καταργηθεί μετά την ψήφιση του νόμου από την κυβέρνηση. Μας χρεώνουν δηλαδή για υπηρεσίες που εδώ και κάποιους μήνες είναι δια νόμου δωρεάν. Το ΠΑΣΟΚ αντέδρασε και επανήλθε, μετά βεβαίως και τις αντιδράσεις από την Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ. και το καταναλωτικό κίνημα.
Κυρίες και κύριοι, τους τελευταίους 18 μήνες, και θα μιλήσουμε με αριθμούς γιατί οι αριθμοί είναι επίμονοι και αμείλικτοι, το συνολικό ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος σε τράπεζες και δημόσιο έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 10 δισεκατομμύρια. Διαμορφώνεται για τον Μάιο του 2025, σύμφωνα με στοιχεία της ΑΑΔΕ -και όχι με στοιχεία του ΠΑΣΟΚ- σε 110,78 δισ., ενώ πριν ένα έτος ήταν 107 δισ. Η οφειλή αυτή αφορά περισσότερα από 4,6 εκατομμύρια ΑΦΜ.
Τα κόκκινα δάνεια ανέρχονταν στο τέλος του 2024, παρά τους πλειστηριασμούς και τις ρευστοποιήσεις, σε 73 δισ., όσα δηλαδή και στο τέλος του 2023. Από αυτά τα 65 δισ. αφορούν δάνεια που έχουν πωληθεί ήδη σε funds. Ο εξωδικαστικός μηχανισμός, όπως όλοι γνωρίζουν, εμφανίζει πενιχρά αποτελέσματα. Μέσα στο 2024, εκπλειστηριάστηκαν 12.476 ακίνητα, υπερδιπλάσια σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα. Μέσα στο 2025, προκηρύσσονται κατά μέσο όρο 5.000 πλειστηριασμοί τον μήνα.
Η κερδοφορία των τραπεζών από προμήθειες και χρεώσεις έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών το 2024 ανήλθαν σε 4,532 δισ., αυξημένα κατά 24,33%. Η κερδοφορία καλπάζει και το πρώτο εξάμηνο του 2025. Τα έσοδα τώρα από τις προμήθειες για τις συστημικές τράπεζες ανέρχονται σε 2,15 δισ. για το 2024. Τα προηγούμενα χρόνια ήταν: 1,80 δισ., (2023) 1,66 δισ. (2022), 1,51 δισ. (2021), 1,25 δισ. (2020). Κάθε πέρσι και χειρότερα για τις τράπεζες, κάθε φέτος και χειρότερα για τους καταναλωτές.
Η κερδοφορία είναι ιλιγγιώδης. Στο πρώτο τρίμηνο του 2025, τα κέρδη από προμήθειες ανέρχονται σε 544 εκατ. ευρώ. Το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους ήταν 477 εκατ. Η επιβάρυνση των τραπεζών από τις υποτιθέμενες «γενναίες» παρεμβάσεις τις κυβέρνησης, που υπογραμμίζουμε ότι έγιναν μετά από την στοχευμένη, επανειλημμένη πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ σε κοινοβουλευτικό επίπεδο με τροπολογίες και επίκαιρες ερωτήσεις, εξαντλείται στο ποσό των 150 εκατ. ευρώ. Εάν το αντιπαραβάλλετε με τα ιλιγγιώδη ποσά των κερδών, αντιλαμβάνεστε ότι είναι μια σταγόνα στον ωκεανό.
Και θα κλείσω με το ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο. Την περίοδο 2006-2009, σε μια περίοδο εντεινόμενης πιστωτικής επέκτασης από την πλευρά των ελληνικών τραπεζών, χορηγήθηκαν περίπου 85.000 δάνεια και σήμερα, περίπου 4,5 με 5 δισ. μοιράζονται σε τράπεζες και σε funds. Τα δάνεια αυτά χορηγήθηκαν, όπως είπα, εν μέσω μια ραγδαίας πολιτικής πιστωτικής επέκτασης, με bonus τα οποία οι διοικήσεις μοίραζαν στους υπαλλήλους τους για κάθε δάνειο που χορηγούσαν. Χωρίς καμία ενημέρωση σε ανυποψίαστους δανειολήπτες, στους οποίους δεν πωλούνταν δάνεια, αλλά προϊόντα υψηλού επενδυτικού ρίσκου. Χωρίς καμία αναφορά σε αυτό το ρίσκο και κυρίως χωρίς αναφορά στο ότι με την επέλευση του κινδύνου, αυτός ο κίνδυνος θα επιμεριζόταν αποκλειστικά στον δανειολήπτη.
Το πρόβλημα είναι τεράστιο. Το ΠΑΣΟΚ δεν περιορίστηκε στο να το αναδείξει, αλλά παρουσίασε μια ολοκληρωμένη πρόταση για την αντιμετώπισή του. Και την έφερε επανειλημμένα στη Βουλή με τη μορφή τροπολογιών, ζητώντας από την κυβέρνηση να απαντήσει σε αυτή την οξυμένη κοινωνική ανάγκη. Οι αντιδράσεις της κυβέρνησης ξεκίνησαν αποκαλώντας αυτούς τους δανειολήπτες τζογαδόρους και αναφέροντας ότι θα πρέπει να πληρώσουν το τίμημα αυτής της επικίνδυνης επιλογής τους.
Στη συνέχεια, αντιλήφθηκαν ότι μια τέτοιου είδους εξωφρενική και αντικοινωνική αντιμετώπιση είχε κόστος. Αντιμετώπισαν άλλωστε μια οξυμένη κριτική από την ίδια την κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας και τον Πρόεδρο της Βουλής, που επανειλημμένα αρθρογραφούσαν και κατέθεταν ερωτήσεις φέρνοντας σε δύσκολη θέση την πλειοψηφία.
Μετά την έντονη και επανειλημμένη πίεση του ΠΑΣΟΚ στις αρχές του καλοκαιριού αρχίσαμε να βλέπουμε διαρροές στον τύπο για υποτιθέμενη δίκαιη λύση του προβλήματος. Τη στιγμή που, όπως γνωρίζετε, πάρα πολλά ευρωπαϊκά κράτη, με βάση και αποφάσεις Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων, έχουν νομοθετήσει με έναν τρόπο δίκαιο, δίνοντας μία βιώσιμη λύση στους παγιδευμένους δανειολήπτες.
Με το τέλος του καλοκαιριού, οι ελπίδες αποδείχθηκαν φρούδες. Οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τις τράπεζες -γιατί αυτό ήταν το πρόβλημα- δεν ευοδώθηκαν και άρα η λύση παραπέμπεται για άλλη μια φορά στις καλένδες. Για το ΠΑΣΟΚ, η επίλυση αυτού του προβλήματος συνιστά μια πολιτική δέσμευση, επαναφέροντας την ολοκληρωμένη πρότασή μας, την οποία επανειλημμένως έχουμε παρουσιάσει και που –πολύ συνοπτικά- καταλήγει σε έναν δίκαιο και βιώσιμο επιμερισμό του κινδύνου κατά δύο τρίτα στα πιστωτικά ιδρύματα και κατά ένα τρίτο τους οφειλέτες μετά τη διαχείριση των δανείων αυτών. Κυρίες και κύριοι, υπάρχει άλλος δρόμος. Το ΠΑΣΟΚ τον έχει αναδείξει επανειλημμένα και τον έχει πλέον ολοκληρώσει. Αυτόν τον δρόμο θα τον παρουσιάσει ολοκληρωμένα στη ΔΕΘ ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ το Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου.

*Γιώργος Νικητιάδης, υπεύθυνος Κ.Τ.Ε. Ανάπτυξης ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής

Εύχομαι καλή κοινοβουλευτική περίοδο, προσωπική υγεία σε όλους και καλή και παραγωγική δουλειά, με αποκαλυπτικά ρεπορτάζ και ειδήσεις που θα βοηθούν να αντιληφθεί ο κόσμος όσο καλύτερα γίνεται την τραγωδία που υφίσταται η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, προσπαθώντας να ξεπεράσει τα τεράστια προβλήματα που έχει συσσωρεύσει η Νέα Δημοκρατία.
Δεν νομίζω ότι θα «κομίσω Γλαύκα στην Αθήνα», αναφέροντας ότι η Νέα Δημοκρατία αποτελεί την πρωταθλήτρια Ευρώπης στην ανικανότητα και στην αδυναμία να αντιμετωπίσει την ακρίβεια. Θεωρώ ότι είναι πανθομολογούμενο το θέμα και η διαπίστωση αυτή, καθότι η Νέα Δημοκρατία από το 2019 είχε υποσχεθεί να μειώσει τις τιμές και να ελέγξει την ακρίβεια στα τρόφιμα. Τι πέτυχε μέχρι σήμερα; Το βλέπουμε όλοι οπουδήποτε στρέψουμε το βλέμμα μας. Ακρίβεια παντού, με αποκορύφωμα τα τρόφιμα, όπου, με βάση την ΕΛΣΤΑΤ οι αυξήσεις από το 2019 έως το 2025 έχουν φτάσει το 34%.
Εκείνο, όμως, που πραγματικά μας ταράσσει, το αντιλαμβανόμαστε και το ζούμε είναι η σχέση μας με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Το γεγονός ότι είμαστε δεύτεροι από το τέλος το ξέρετε και δεν το έχει αμφισβητήσει ούτε η κυβέρνηση, καθότι αποτελεί διαπίστωση των ευρωπαϊκών οργανισμών, της Eurostat. Τι έκανε η Νέα Δημοκρατία για να σταματήσουμε να είμαστε οι δεύτεροι από το τέλος, για να γίνουν φθηνότερα τα προϊόντα, για να αντιμετωπιστεί ο διατροφικός πληθωρισμός; Ακρίβεια; Καλάθια. Ακρίβεια; Pass. Καλάθια και καλάθια ξανά. Μέσα σε πέντε-έξι χρόνια, έχουν φέρει πάνω από 15-20 καλάθια. Τα βάφτιζαν κάθε φορά ανάλογα με την περίοδο, «του νονού», «των Χριστουγέννων», «του Πάσχα», «του Άγιου Βασίλη», «του σχολείου», «του δασκάλου» και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κάποιος.
Υποθέτω ότι πολλοί από εσάς ψωνίζουν. Εγώ προσωπικώς, όταν πήγαινα σε ένα σούπερ μάρκετ και αναζητούσα να βρω ποιο προϊόν, ποια γραβιέρα, ποια φέτα είναι φθηνότερη, ζαλιζόμουν. Ήταν τόσα πολλά αυτά τα καλάθια και ήταν τόσο μπερδεμένα, που υπήρχε πλήρης αδυναμία στον καταναλωτή. Και δεν το λέω εγώ, το έλεγαν όσοι καταναλωτές με τους οποίους τουλάχιστον εγώ συζητούσα. Δεν μπορούσαν να διαπιστώσουν αν όντως υπάρχει. Και δεν υπήρχε στην πράξη, δεδομένου ότι τα σούπερ μάρκετ έπαιζαν διάφορα «παιχνιδάκια», με τα οποία ο καταναλωτής μπερδευόταν και πολλές φορές παρασυρόταν. Εμείς, λοιπόν, περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει. Θα πάρω μόνο τις δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη το 2023 στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και το κάνω επειδή έχουμε ξανά τη ΔΕΘ και το Σάββατο περιμένουμε να δούμε τι θα πει. Ο κ. Μητσοτάκης έλεγε κατά λέξη: «Ειδικά στα τρόφιμα, ξέρουμε πολύ καλά ότι ο πόλεμος κατά της ακρίβειας, ειδικά τους επόμενους μήνες θα είναι διαρκής και έντονος. Αργά ή γρήγορα, οι τιμές θα υποχωρήσουν». Αυτά δήλωνε η κυβέρνηση.
Το αποτέλεσμα; Επαναλαμβάνω, δεύτεροι σε σχέση με τη Βουλγαρία από το τέλος στην αγοραστική δύναμη και, την ίδια ώρα, εμείς προσπαθούμε να αναδείξουμε το πρόβλημα. Επειδή ισχυρίζονται ότι επιβάλλουν πρόστιμα. Εγώ έκανα ερώτηση τον Μάρτιο, είναι η τελευταία πληροφόρηση που έχω, ο κ. Θεοδωρικάκος μου είπε ότι τα πρόστιμα που είχαν επιβάλει ήταν 18 εκατ. ευρώ. Και λέω, πληρώθηκαν; Εκκρεμεί η πληρωμή τους; Αμφισβητήθηκαν μήπως από τα δικαστήρια; Και διαπιστώνουμε ότι υπάρχει δικαστική απόφαση στο μονομελές διοικητικό πρωτοδικείο στη Θεσσαλονίκη, που ακυρώνει πρόστιμο επειδή ο νόμος που έφεραν για τον έλεγχο της ακρίβειας με το πλαφόν ήταν αόριστος. Η υπουργική απόφαση που καθιέρωνε περαιτέρω λεπτομέρειες για το πλαφόν, επίσης ήταν αόριστη.
Έρχονται τα δικαστήρια και ακυρώνουν το νόμο, που επιβάλλει το πλαφόν για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια. Και λέμε, εντάξει, μπορεί να έκαναν λάθος. Κάνω δύο ερωτήσεις στη Βουλή, για να δω αν πήραν χαμπάρι την απόφαση, αν την έχουν αντιμετωπίσει, αν έκαναν κάποια έφεση και ποια είναι η τύχη αυτής της απόφασης. Καμία απάντηση. Καμία απάντηση. Αυτός είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν την ακρίβεια. Αυτός είναι ο τρόπος που νομοθετούν για να μας αποδείξουν και να επιδείξουν ότι αντιμετωπίζουν την ακρίβεια.
Η απόφαση στην οποία αναφέρομαι είναι η Α2279/2024 και, επαναλαμβάνω, είναι του διοικητικού πρωτοδικείου της Θεσσαλονίκης και, ξαναλέω ότι, δεν ξέρουμε ακόμη αν κατέθεσε έφεση το δημόσιο και ποια είναι η τύχη αυτής της δικαστικής απόφασης. Δεν ξέρουμε και πόσες άλλες εκκρεμείς υποθέσεις υπάρχουν από αυτούς που υποτίθεται ότι πανηγύριζαν και έλεγαν «επιβάλλουμε πρόστιμα» και τελικώς τα πρόστιμα καταρρίπτονται από τα δικαστήρια και δεν ξέρουμε πότε θα πληρωθούν.

Να δούμε, τώρα, για τις αυξήσεις, μερικές από αυτές.

Τα ασφάλιστρα υγείας: Εκτοξεύθηκαν από το 2019 έως το 2025. Μιλάμε για αυξήσεις που ο μέσος όρος είναι 30%, αλλά τα ασφάλιστρα υγείας σε κάποιες περιπτώσεις έχουν πάει 45%. Και με ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας που πάσχει, αντιλαμβάνεστε πόσο σημαντικό είναι να έχει ο κόσμος ασφάλεια υγείας για να μπορέσει να προσφύγει στον ιδιωτικό τομέα. Και έρχονται οι ασφαλιστικές εταιρείες και εκτοξεύουν τα ασφάλιστρα, πώς; Με τον νόμο που ψήφισε ξανά η Νέα Δημοκρατία, τον 4738/2020, όπου βάζει ως δείκτη για τον καθορισμό των ασφαλίστρων υγείας να τον αποφασίζει ο ΙΟΒΕ, δηλαδή ο ιδιωτικός χώρος. Αμ, δε γίνεται έτσι. Ξεσηκώνεται ο κόσμος, γιατί το τρέχον έτος πήγαν και ανακοίνωσαν αυξήσεις 15-18% στα ασφάλιστρα υγείας.
Το ΠΑΣΟΚ πρώτο έθεσε ζητήματα, ξεσηκώθηκαν και τα άλλα κόμματα, υπήρχαν δημοσιεύματα από εσάς, βάλατε το ζήτημα, και στριμώχτηκε η κυβέρνηση και αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να νομοθετήσει για να ελεγχθούν τα ασφάλιστρα υγείας. Πώς; Αντικαθιστώντας τον ΙΟΒΕ με έναν άλλο σοβαρότερο φορέα, την ΕΛΣΤΑΤ, και ορθώς έπραξε. Τι κάνει, όμως, ξανά; Ο νόμος ισχύει από το 2026. Το 2025, ξανά δωράκια στις ασφαλιστικές εταιρείες από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Δεν έχουμε καταλάβει για ποιο λόγο. Κάνεις έναν νόμο για να προστατεύσεις τον καταναλωτή, για να προστατεύσεις τον κόσμο και λες ότι θα ξεκινήσει η ισχύς του από το 2026. Δηλαδή, το 2025 «πληρώστε!». Και υποτίθεται ότι έκανε επαφές με τις ασφαλιστικές ο κ. Θεοδωρικάκος για να ελέγξει και να μη γίνουν αυξήσεις το 2025. 9-12% έχουν φτάσει οι αυξήσεις στα ασφάλιστρα υγείας. Αυτή είναι η πολιτική τους.
Χρεώσεις τραπεζών: Αναφέρθηκε η Μιλένα (σ.σ. Αποστολάκη), κάναμε θέμα, ξεσηκώθηκαν, καταθέσαμε τροπολογία, αναγκάστηκαν να πάρουν κάποια μέτρα. Τίποτα. Οι χρεώσεις των τραπεζών ουσιαστικώς συνεχίζονται. Μετά από τις πιέσεις, κάποια βήματα έγιναν. Αλλά, είδατε τι έγινε με την Πειραιώς και τα κόλπα που έγιναν να αντικαταστήσει τον φορέα των ΑΤΜ από ένα φορέα που τον ήλεγχε η ίδια η Πειραιώς. Με αυτά και με αυτά, όμως, ο κόσμος υποφέρει.

Ακτοπλοϊκά: Οι αυξήσεις από το 2019 έως το 2025 έφτασαν το 37%. Έφτασε στο σημείο ο κ. Κικίλιας, τώρα που ανακοίνωσαν οι ακτοπλοϊκές εταιρείες προ τετραμήνου ότι θα αυξήσουν περί το 15% το κόστος των μεταφερομένων φορτηγών, να μειώσει τα τέλη ελλιμενισμού στα λιμενικά ταμεία κατά 50%, δηλαδή στην ουσία να πάρει από τα λιμενικά ταμεία που δεν έχουν χρήματα, -που χρειάζονται χρήματα γιατί έχουν πάρα πολλές δουλειές να κάνουν-, για να τα δωρίσει ξανά στους ακτοπλόους. Το αποτέλεσμα; Πληρώνουμε φορτηγά σε τιμές με αύξηση πάνω από 15%, όταν αυξάνεται η τιμή της μεταφοράς, αυξάνεται η τιμή του προϊόντος, και οι νησιώτες είναι εκείνοι που πληρώνουν τελικά τη «νύφη» από αυτήν την ιστορία. Τελικό αποτέλεσμα; Το είδατε και δεν αμφισβητήθηκε, έχει σημασία αυτό: ο ένας στους δύο Έλληνες δεν πήγε φέτος, διότι δεν μπορούσε να πάει διακοπές. Το έχετε ξαναζήσει; Δεν νομίζω. Μόνο με Νέα Δημοκρατία.
Σε αυτήν την πολιτική, από το 2019 έως το 2025, εκτιμώ ότι υπήρξε η μεγαλύτερη απαξίωση του καταναλωτικού κινήματος. Δεν ήθελαν ένα καταναλωτικό κίνημα. Ήθελαν ένα καταναλωτικό κίνημα που ή θα το ελέγχουν ή θα το κατευθύνουν όπως οι ίδιοι θέλουν.
Συνέπεια; Έφεραν νόμο, γιατί δεν πιστοποιούσαν τις οργανώσεις, και με τον νόμο που έφεραν αυτήν τη στιγμή έχουν υποβληθεί 15 αιτήσεις από καταναλωτικές οργανώσεις για να πιστοποιηθούν -και έχει τεράστια σημασία γιατί μια πιστοποιημένη καταναλωτική οργάνωση χρηματοδοτείται, μπαίνει σε ευρωπαϊκά προγράμματα- έχουν εγκρίνει μόνο 3!
Και δεν είναι μόνο ότι έχουν εγκρίνει μόνο τρεις, αλλά υπάρχουν τουλάχιστον 15 ακόμη που δεν υποβάλλουν αίτηση για να πιστοποιηθούν. Γιατί; Γιατί ο νόμος που έφεραν είναι πρωτοφανής. Αυτά τα στοιχεία που ζητά, είναι στοιχεία κατασκόπων, χαφιεδισμού. Ζητά, δηλαδή, από μία καταναλωτική οργάνωση: ποια είναι τα μέλη τους, ποιο είναι το ΑΦΜ τους, ποιο είναι το κινητό τους τηλέφωνο, προσωπικά στοιχεία, προσωπικά δεδομένα. Ζητά πρακτικά διοικητικού συμβουλίου, πρακτικά γενικών συνελεύσεων. Προσέξτε, να δώσει η οργάνωση τα πρακτικά του διοικητικού συμβουλίου για να ξέρει το υπουργείο ποιος είναι αυτός που πρότεινε για αυτήν την πολυεθνική εταιρεία να ληφθούν αυτά τα μέτρα ή να γίνει αυτή η κινητοποίηση κλπ. Περί αυτού πρόκειται. Και οι καταναλωτικές οργανώσεις, βεβαίως, αρνούνται. Δεν πάνε καν να υποβάλουν αίτημα για να πιστοποιηθούν.
Ο κ. Θεοδωρικάκος το έχει ψιλοκαταλάβει το ζήτημα. Δεν γίνεται, τώρα, μόνο τρεις καταναλωτικές οργανώσεις να είναι πιστοποιημένες. Και δήλωσε ότι θα βελτιώσει το νομοθετικό πλαίσιο. Εμείς θα περιμένουμε, αλλά εγώ δεν ευελπιστώ ότι θα κάνει κάτι τέτοιο μία κυβέρνηση που έφερε νόμο για να της στέλνουν τα πρακτικά του διοικητικού συμβουλίου και της γενικής συνέλευσης.
Ένα από τα σημαντικότερα όργανα για την αντιμετώπιση της ακρίβειας σε κάθε σοβαρή χώρα είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Και το γνωρίζετε πολύ καλά. Τι έκαναν με την Επιτροπή Ανταγωνισμού; Το 2019 ο τότε υπουργός Ανάπτυξης, κ. Γεωργιάδης, όταν παρουσίαζε τον κ. Λιανό, -αυτόν που πρότειναν τότε για επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού-, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας έλεγε: «μακράν ο καλύτερος πρόεδρος που θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε επιτροπή ανταγωνισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη». Αυτά έλεγε για τον κ. Λιανό, έναν καθηγητή που έχει σπουδάσει ανταγωνισμό και ξέρει τον ανταγωνισμό.
Τι έγινε τελικά; Γιατί δεν παρατάθηκε η θητεία του κ. Λιανού; Ο «καλύτερος σε όλη την Ευρώπη», θα τον ήθελε η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Αυστρία, όλες οι χώρες. Δεν παρατάθηκε η θητεία του και έτσι αντικαταστάθηκε. Γιατί, όμως, ενόχλησε; Γιατί κάτι πρέπει να έκανε ο Λιανός για να μην ανανεώσουν τη θητεία του. Απλούστατα, δεν συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις. Ποιες ήταν οι υποδείξεις; Πρόστιμα στις τράπεζες. Ο Λιανός τα επέβαλε με τον έλεγχο που έκανε. Έλεγχο στον κλάδο γαλακτοκομικών, θυμάστε τι γινόταν με το βρεφικό γάλα. Έλεγχο στα πετρελαιοειδή. Χαρτογράφηση στις τηλεπικοινωνίες. Ο Λιανός τα έκανε όλα αυτά. Αντίδραση σε κομματικές παρεμβάσεις. Ήλεγχε υπάλληλο της Επιτροπής Ανταγωνισμού και του καταλόγισε θέματα ο Λιανός και του τη «φυτεύουν» και του την κάνουν αντιπρόεδρο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Ο κ. Λιανός. κατά τον κ. Σκρέκα, να σας θυμίσω, «δεν έκανε δουλειά, έκανε ρεπορτάζ». Έλεγε, «δεν θέλουμε ρεπόρτερ ως επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού». Αυτός ο άνθρωπος σήμερα προσλήφθηκε από τη Μεγάλη Βρετανία, είναι τακτικός δικαστής στο εφετείο εκδίκασης προσφυγών των επιτροπών ανταγωνισμού, πολύ σπουδαία θέση. Κάθε απόφαση που εκδίδεται στο Λονδίνο για θέματα της επιτροπής ανταγωνισμού και ο κ. Λιανός είναι τακτικός δικαστής που δικάζει τις εφέσεις. Τόσο σπουδαία θέση. Ε, κατά τον κ. Σκρέκα, ο κ. Λιανός ήταν… ρεπόρτερ.
Κοιτάξτε. Έχουμε τη δεύτερη πριν τη Βουλγαρία θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην αγοραστική δύναμη. Η Βουλγαρία τα τελευταία πέντε χρόνια βελτίωσε κατά δέκα μονάδες τη θέση της. Εκεί που περιμέναμε να βρεθούμε μία θέση πιο πάνω, διότι από το 2019 είμαστε στην προτελευταία θέση, η Βουλγαρία βελτιώνει κατά δέκα μονάδες τη θέση της. Ποια; Η Βουλγαρία, που έχει αλλάξει πέντε κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια, που έχει αστάθεια πολιτική. Ο κ. Μητσοτάκης έχει πολιτική σταθερότητα εδώ πέρα. Δεν είχε τέτοιου είδους κλυδωνισμούς για να μην μπορεί να εφαρμόσει πολιτικές τα τελευταία πέντε χρόνια. Μόνο τρεις μονάδες βελτίωσε η Ελλάδα τη θέση της, όταν η Βουλγαρία την έχει βελτιώσει κατά δέκα μονάδες. Κλείνω εδώ. Δεν θέλω να πω κάτι άλλο. Απλώς και ειλικρινώς, εκτιμώ ότι όλη αυτή η δραματική κατάσταση για μία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του δυτικού πολιτισμού μόνο με πολιτική αλλαγή μπορεί να αλλάξει. Εμείς θέλουμε και ελπίζουμε και θα αγωνιστούμε για αυτήν την πολιτική αλλαγή.

6645472 0a347

*Παύλος Χρηστίδης, Υπεύθυνος Κ.Τ.Ε Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής

Απευθύνομαι σήμερα ως Τομεάρχης Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης του ΠΑΣΟΚ σε 2.5 εκατομμύρια Έλληνες συνταξιούχους και 2.5 εκατομμύρια Έλληνες εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι μπορούν και μόνοι τους να αξιολογήσουν όσα έκανε η Νέα Δημοκρατία σε σχέση με όσα είχε υποσχεθεί η Νέα Δημοκρατία από το 2019.
Έχουμε μία κυβέρνηση η οποία οικοδομεί βήμα – βήμα ένα νέο, δυστοπικό, εργασιακό τοπίο, το οποίο δεν υπηρετεί τον εργαζόμενο, αλλά λίγα συγκεκριμένα και παρασιτικά συμφέροντα, με πρόσχημα μια υποτιθέμενη κανονικότητα, μία υποτιθέμενη παραγωγικότητα και μία υποτιθέμενη ευελιξία. Σε αυτές τις ρυθμίσεις δεν συμφωνούν ούτε οι υγιείς επιχειρήσεις, μεγαλύτερες ή μικρότερες. Στην πράξη έχουμε πρωτοφανή αποδυνάμωση θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων, περιορισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και διεύρυνση των ανισοτήτων, με αποκορύφωμα την αναιτιολόγητη απόλυση και τους νέους περιορισμούς στον συνδικαλιστικό και απεργιακό δικαίωμα.
Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα νομοσχέδιο, το οποίο βρίσκεται σε διαβούλευση και για το οποίο ο κ. Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία θα μείνουν στην ιστορία ως ο πρωθυπουργός και το κόμμα του 13ωρου.
140 χρόνια μετά την εξέγερση των εργαζομένων για 8ωρο, η Νέα Δημοκρατία νομιμοποιεί το 13ωρο εργασίας. Και αυτό νομίζω ότι τα λέει όλα για τον τρόπο με τον οποίο η Νέα Δημοκρατία διανέμει τον πλούτο στη χώρα σε συγκεκριμένα συμφέροντα σε αντίθεση με αυτά που κάνει για τους εργαζόμενους.
Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε αυτή η κυβέρνηση έχει σχέδιο. Με τον νόμο 4623 του 2019, καταργήθηκε ο «βάσιμος λόγος» απόλυσης. Ο εργοδότης απέκτησε και πάλι το δικαίωμα να απολύει χωρίς καμία αιτιολόγηση. Ένα πρώτο, καθοριστικό πλήγμα στην προστασία της εργασίας.
Το 2021, με τον περιβόητο «νόμο Χατζηδάκη», είδαμε την πιο ωμή και κάθετη επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα. Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις ότι «το 8ωρο δεν καταργείται», θεσμοθετήθηκε η ατομική διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Αυξήθηκαν οι υπερωρίες, περιορίστηκε το απεργιακό δικαίωμα, και εξαιρέθηκαν στελέχη από τη στοιχειώδη προστασία του ωραρίου.
Το 2023, με τον νόμο 5053, η κυβέρνηση προχώρησε ακόμα παραπέρα. Επεκτάθηκε η 6ήμερη εργασία, καθιερώθηκε η δυνατότητα απόλυσης χωρίς προειδοποίηση μέσα στο πρώτο δωδεκάμηνο. Και όλα αυτά, βαφτίζοντας τον νόμο «για την ενίσχυση της εργασίας».
Στο ίδιο διάστημα, περιορίστηκαν οι όροι επέκτασης και αντιπροσωπευτικότητας των συλλογικών συμβάσεων. Αντί να ενισχυθεί η συλλογική διαπραγμάτευση, όπως αρμόζει σε μια σύγχρονη δημοκρατία, ενισχύθηκε η ατομική σύμβαση, που αφήνει τον εργαζόμενο εκτεθειμένο και αδύναμο απέναντι στον εργοδότη.
Θυμίζω ότι, πριν από λίγους μήνες, συζητήσαμε ένα νομοσχέδιο στο οποίο αναδείξαμε ότι ο χώρος της εργασίας στην Ελλάδα καλύπτεται περίπου από 28-29% συλλογικές συμβάσεις εργασίας, την ώρα που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το αντίστοιχο ποσοστό που επιτάσσει η ευρωπαϊκή οδηγία είναι να φτάνει το 80%.
Και ποιο είναι, τελικά, το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής;
● Η ατομική διαπραγμάτευση υπερίσχυσε της συλλογικής.
● Το δικαίωμα στην απεργία περιορίστηκε ουσιαστικά.
● Η απόλυση έγινε πιο εύκολη και πιο φθηνή.
● Οι ώρες εργασίας αυξήθηκαν μέσα από νέες «ευελιξίες».
● Και η ρητορική περί «προστασίας των εργαζομένων» αποδείχθηκε ένα κενό γράμμα.
Η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας είναι μια πολιτική, η οποία δεν επιστρέφει στον σκληρά εργαζόμενο το μερίδιο που θα έπρεπε να παίρνει από την όποια ανάπτυξη υπάρχει στον τόπο. Απουσιάζουν φυσικά και όλα τα ζητήματα τα οποία αφορούν τις πραγματικές πολιτικές στήριξης της θέση της γυναίκας στον χώρο της εργασίας, της θέση της μητέρας στον χώρο της εργασίας, την πραγματική στήριξη της οικογένειας.
Έχουμε συμπεριλάβει στην παρουσίαση δύο διαγράμματα που αποτυπώνουν την αγοραστική δύναμη των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την Ελλάδα να βρίσκεται στη ντροπιαστική προτελευταία θέση, μόλις μία θέση πάνω από τη Βουλγαρία. Αυτή είναι η επιτυχία του κυρίου Μητσοτάκη για τους εργαζόμενους.
Θα περάσω τώρα στα θέματα τα οποία έχουν να κάνουν με την κοινωνική ασφάλιση, για την οποία η Νέα Δημοκρατία, το 2019, είχε πει πολλά, με πρώτο και καλύτερο τον τότε υποψήφιο πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, με τη δέσμευσή του ότι θα καταργήσει το νόμο Κατρούγκαλου. Έξι χρόνια μετά, ο νόμος Κατρούγκαλου είναι σε πλήρη ισχύ. Ο κ. Μητσοτάκης, όχι μόνο δεν κατήργησε τον νόμο, αλλά με τον νόμο Βρούτση, το 2020, τον επικύρωσε, τον μονιμοποίησε, τον έκανε ακόμα πιο σκληρό. Αυτό είναι το μέτρο της αξιοπιστίας του.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έχουμε και τον λειτουργικά αναποτελεσματικό e-ΕΦΚΑ. Χιλιάδες ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι ταλαιπωρούνται καθημερινά. Και όμως, η κυβέρνηση πανηγυρίζει ότι «έλυσε το πρόβλημα» της απονομής συντάξεων. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική: οι καθυστερήσεις φτάνουν από τους 12 μήνες έως και τα 5 χρόνια. Στις επικουρικές συντάξεις, μάλιστα, η καθυστέρηση 5 ετών είναι ο κανόνας.
Παράλληλα, παραμένει η χαμηλή ανταποδοτικότητα των συντάξεων σε σχέση με τις εισφορές που κατέβαλαν οι εργαζόμενοι για μια ζωή. Παραμένουν οι περικοπές του ΕΚΑΣ, οι μειώσεις σε όλες τις συντάξεις, ιδιαίτερα στις αναπηρικές και στις συντάξεις χηρείας. Παραμένει η προσωπική διαφορά, που κρατά σε ομηρία περίπου 670.000 συνταξιούχους. Και περίπου 70.000 συμπολίτες μας, δικαιούχοι συντάξεων χηρείας, συνεχίζουν να ταλαιπωρούνται. Kαι φυσικά διατηρεί άθικτο το σύστημα Εισφοράς Αλληλεγγύης, που απομυζά τους συνταξιούχους και στραγγαλίζει το εισόδημά τους.
Και ενώ όλα αυτά τα προβλήματα παραμένουν, η κυβέρνηση αρνήθηκε να ψηφίσει τις τροπολογίες που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ. Αρνήθηκε την κατάργηση της άδικης κράτησης 6% υπέρ ΕΟΠΥΥ στις επικουρικές συντάξεις. Αρνήθηκε επίμονα να επαναφέρει το ΕΚΑΣ για τους χαμηλοσυνταξιούχους. Και τι έκανε; Μοίρασε ψευδεπίγραφα «επιδοματάκια», εορταστικού χαρακτήρα, που δεν λύνουν το πρόβλημα, αλλά συντηρούν την κοροϊδία και την ομηρία.
Ο τρόπος με τον οποίο η ΝΔ υπέκλεψε την ψήφο του ελληνικού λαού το 2019 και έξι χρόνια μετά, διατηρεί όλα αυτά τα δεδομένα, τα οποία δυσκολεύουν τη ζωή των Ελλήνων συνταξιούχων και των οικογενειών τους, δείχνει ότι πολύ σύντομα αυτή η παράταξη δεν μπορεί να συνεχίσει στον δρόμο αυτό. Χρειάζεται μια πολύ μεγάλη αλλαγή για αξιοπρέπεια, για πραγματική στήριξη, για αύξηση των εισοδημάτων, για δικαιοσύνη και όχι κοροϊδία.
Θα αναφερθώ συνοπτικά και θα κλείσω με το κομμάτι της πρόνοιας, της κοινωνικής συνοχής και της οικογένειας. Η Ελλάδα δυστυχώς κατέχει σήμερα την πιο θλιβερή πρωτιά στην Ευρώπη. Αποτελεί πρωταθλήτρια στην παιδική φτώχεια και η κυβέρνηση κάνει ότι δεν ακούει. Τα επίσημα στοιχεία της Eurostat μιλούν από μόνα τους. Έχουμε σχεδόν το 28% των παιδιών να ζει σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Ένα στα τρία παιδιά το 34,6% βιώνει σοβαρή υλική στέρηση, στερούμενο βασικά αγαθά. Σε μια σύγχρονη κοινωνία που θα έπρεπε όλα αυτά να θεωρούνται αυτονόητα. Το πιο ανησυχητικό από όλα αυτά είναι ότι 6 στα 10 παιδιά που προέρχονται από οικογένειες χαμηλής μόρφωσης κινδυνεύουν να παγιδευτούν στον ίδιο φαύλο κύκλο της φτώχειας.
Απέναντι σε αυτή την κοινωνική τραγωδία η κυβέρνηση σιωπά. Δεν υπάρχει καμία συνεκτική στρατηγική για την καταπολέμηση της φτώχειας και είναι προφανές ότι αντί για πολιτικές πρόληψης και στήριξης, περιορίζεται σε vouchers, χωρίς απολύτως καμία αξιολόγηση, χωρίς διαφάνεια, χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Δεν υπήρξε καμία ουσιαστική ενίσχυση της κοινωνικής πρόνοιας. Δεν υπήρξε ουσιαστική πρόβλεψη για τις μονογονεϊκές οικογένειες. Δεν υπήρξε επί της ουσίας μέριμνα για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας.
Δεν υπήρξε μια προσπάθεια ουσιαστικής αποκέντρωσης και ενίσχυσης της αυτοδιοίκησης με στόχο να δημιουργήσει πραγματικές δομές στήριξης και πρόληψης. Αντί λοιπόν για μια πραγματικά κοινωνική πολιτική έχουμε μια επικοινωνιακή διαχείριση της φτώχειας. Και μπορεί για πολλούς, ειδικά από τη μεριά της Νέας Δημοκρατίας, αυτό να ακούγεται ως ένα ακόμα στατιστικό στοιχείο, στην πραγματικότητα όμως αυτό για το οποίο μιλάμε είναι μια μεγάλη πληγή στη χώρα. Είναι παιδιά που στερούνται ευκαιριών, που μεγαλώνουν χωρίς ελπίδα. Και είναι προφανές ότι εδώ μιλάμε για τον ορισμό της πολιτικής ανεπάρκειας και της έλλειψης ενδιαφέροντος. Μιλάμε για τον ορισμό της πολιτικής αναλγησίας.
Η άποψή μας είναι ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πορεύεται ως ουραγός στην Ευρώπη και επομένως χρειαζόμαστε μια εθνική στρατηγική κατά της παιδικής φτώχειας. Επένδυση στη δημόσια παιδεία και στήριξη στις πιο ευάλωτες οικογένειες. Αυτός είναι και ο στόχος όσων θα παρουσιάσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στην επίσκεψή του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης τις επόμενες ημέρες. Αυτός είναι και ο στόχος της τεκμηριωμένης αντιπολίτευσης, την οποία παρουσιάζουμε διαρκώς αυτό το χρονικό διάστημα, με σοβαρότητα, με σχέδιο.
Θέλουμε να καταδείξουμε ότι υπάρχει ένας άλλος εναλλακτικός δρόμος που οι Έλληνες εργαζόμενοι, οι Έλληνες συνταξιούχοι, θα μπορούν να ζήσουν οι ίδιοι τις οικογένειές τους με αξιοπρέπεια. Αυτός είναι ο δρόμος του ΠΑΣΟΚ. Και κλείνοντας θέλω να ευχαριστήσω πολύ για τη συνεισφορά τους σε αυτή τη διαδικασία τους Γραμματείς των Τομέων, τον Νίκο Δήμα, Γραμματέα του Τομέα Εργασίας, τον Γιώργο Κουτρουμάνη, Γραμματέα της Κοινωνικής Ασφάλισης, τον Γιώργο Μότσιο, Γραμματέα του Τομέα Συνδικαλιστών.

*Φραγκίσκος Παρασύρης, υπεύθυνος Κ.Τ.Ε. Ενέργειας ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής

Συζητάμε σήμερα για τα αποτελέσματα έξι χρόνων διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Για τα οδυνηρά αποτελέσματα σε σχέση με την ενέργεια θα σας μιλήσω εγώ. Για τη Μαύρη Βίβλο που πρέπει να πω ότι στον τομέα της ενέργειας θα μπορούσε να μην είναι απλά ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, αλλά ένας ξεχωριστός τόμος Μαύρης Βίβλου. Παρά τις ανακοινώσεις και τις κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις που έχουν γίνει στο επίπεδο της ενεργειακής πολιτικής, πολύ λίγα πράγματα εισακούγονται και πολύ λίγα πράγματα παίρνουν την αντίστοιχη ορατότητα.
Η ενεργειακή πολιτική της χώρας υπό την πρόκληση της πράσινης μετάβασης θα απαιτούσε μια πολυεπίπεδη, ευέλικτη και διαφανή πολιτική προκειμένου να είναι αποτελεσματική σε σχέση με τους στόχους που θέτουμε ως χώρα αλλά ταυτόχρονα συμπεριληπτική και δίκαιη για την κοινωνία. Η ενέργεια, το γνωρίζουμε όλοι αυτό, είναι βασικός συντελεστής. Επηρεάζει οριζόντια τη διαβίωση των Ελλήνων αλλά και καταλυτικά τους όρους παραγωγής και ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία. Από το 2004 αλλά και το 2025 η χώρα βιώνει τιμές ενεργειακής κρίσης χωρίς να υπάρχει κρίση. Από αστοχίες και παραλείψεις της κυβέρνησης οι καταναλωτές έχουν εγκλωβιστεί σε ένα μοτίβο αλλεπάλληλων κρίσεων και διακυμάνσεων στις τιμές του ηλεκτρισμού, μια συνθήκη η οποία χρονίζει αυξάνοντας επικίνδυνα το κόστος ζωής των ελληνικών νοικοκυριών και επηρεάζοντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και εν γένει της ελληνικής οικονομίας. Μεγάλος ασθενής, πέρα από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, είναι και η τοπική αυτοδιοίκηση η οποία έχει γονατίσει από το υψηλό ενεργειακό κόστος που προφανώς έχει μετακυλήσει στους δημότες μέσω της αύξησης των τελών. Υψηλές τιμές ρεύματος, θα πρέπει να γνωρίζουμε -και παρότι θα γίνει η παρουσίαση σε λίγο-, ότι δεν είναι απλώς αριθμοί και δείκτες. Δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον με στερήσεις για το μέσο νοικοκυριό, με διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, με εγκατάσταση μιας πρωτοφανούς ενεργειακής φτώχειας και προφανώς το ενεργειακό κόστος αυτό μετακυλύεται στον πρωτογενή τομέα και τον δευτερογενή τομέα με αποτέλεσμα να επηρεάζει τις τιμές και το κόστος διαβίωσης συνολικά – ακριβώς επειδή μιλάμε για ένα συντελεστή πολύ βασικό και οριζόντιο για όλη την οικονομία.
Μέχρι σήμερα η κυβέρνηση αλλά και ο Πρωθυπουργός έχει αρκεστεί σε απλές δηλώσεις ότι δε θα μείνουν απροστάτευτοι οι καταναλωτές. Από εκεί και πέρα όμως η κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει ουσιαστικά σε καμία άμεση και αποτελεσματική κίνηση, που να διατηρεί το κόστος τιμών χαμηλά, να αποκλιμακώνει τις τιμές ρεύματος σε ανεκτά επίπεδα και δεν έχει κάνει καμία ουσιαστικά διαρθρωτική παρέμβαση στην αγορά για το εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας παρά αρκείται ανακουφιστικά μόνο μέσω επιδομάτων και αυτό είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Δε μιλάμε για διαρθρωτικές αλλαγές, μιλάμε μόνο για μία επιδοματική πολιτική, η οποία προσωρινά ανακουφίζει. Ξεπερνάμε μία παροδική κρίση και ουσιαστικά το πρόβλημα παραμένει και επηρεάζει προφανώς όλες τις παραμέτρους της ελληνικής οικονομίας. Για να καλύψει μάλιστα τις αστοχίες της η κυβέρνηση προσπαθεί να πετάξει τη μπάλα στην κερκίδα και να ρίξει το φταίξιμο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν οι τιμές ανεβαίνουν. Όταν οι τιμές αποκλιμακώνονται, ξαφνικά γίνεται αυτό «μετά από δική της πρωτοβουλία», όπως και στο κυριακάτικο μήνυμα του Πρωθυπουργού που ανακοίνωσε ότι οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος ήρθαν μετά από δικές του παρεμβάσεις. Δεν έχει καμία σχέση αυτό. Οι τιμές χονδρεμπορικής ρεύματος διαμορφώνονται ανεξάρτητα από τις όποιες παρεμβάσεις έχει κάνει η κυβέρνηση. Θέλησε όμως να το καρπωθεί αυτό η κυβέρνηση και θα πούμε και παρακάτω και εύχομαι να υπάρξουν και ερωτήσεις για να σας πω ακριβώς και πως διαμορφώνεται – γιατί χθες βγήκαν οι τιμές – σε σχέση με τις τιμές του ρεύματος τον Σεπτέμβριο, γιατί υπάρχει μια κυβερνητική προπαγάνδα σήμερα ότι έχουν ανακοινωθεί πολύ μεγάλες εκπτώσεις, κάτι το οποίο δεν ισχύει.
Το επιτελείο της κυβέρνησης στον τομέα της ενέργειας έχει αποτύχει. Η ακρίβεια στο ρεύμα είναι στοιχειωμένη. Δεν έχει γίνει κατά λάθος, το είπε και ο Εκπρόσωπος Τύπου ο Κώστας Τσουκαλάς, αλλά είναι κυβερνητική επιλογή και αποδεικνύεται με αριθμούς και νούμερα.
Πάμε να δούμε τους δείκτες για τις τιμές ρεύματος, τι έγινε το 2019, τι παρέλαβε η Νέα Δημοκρατία και που βρισκόμαστε σήμερα. Θα δείτε ότι από 15,15 λεπτά / κιλοβατώρα το 2019 οι Έλληνες πληρώνουν σήμερα 23,49 λεπτά / κιλοβατώρα. Αυτή είναι μία αύξηση της τάξεως του 51% σε σχέση με το 2019. Η επιβάρυνση στα ελληνικά νοικοκυριά είναι πολύ μεγαλύτερη από τις αντίστοιχες αυξήσεις, που έχουμε στην Ευρώπη των 27. Και επειδή τα διαθέσιμα στοιχεία που έχουμε είναι μέχρι τις αρχές του 2025, φαίνεται η ψαλίδα πόσο ανοιγμένη είναι σε σχέση με την ευρωπαϊκή που έχουμε μία διαφορά 17 ποσοστιαίων μονάδων.
Αυτό που θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας, και ειπώθηκε και χτες, είναι ότι θα πρέπει πάντα να ανάγουμε τις τιμές ρεύματος σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων πολιτών. Σε αυτόν ακριβώς τον δείκτη η Ελλάδα παρουσιάζεται ως η 9η ακριβότερη χώρα στο ρεύμα, με όρους αγοραστικής δύναμης, και η θέση της Ελλάδας συνεχώς επιδεινώνεται από το 2019 μέχρι σήμερα. Στο β’ εξάμηνο του 2019 -όταν δηλαδή παρέλαβε η Νέα Δημοκρατία- οι Έλληνες πλήρωναν κατά 10% φθηνότερο ρεύμα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σήμερα, τον Ιούλιο του 2025 οι Έλληνες πληρώνουν 14% παραπάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ρεύμα. Τι κοινωνικό αποτύπωμα έχει αυτό; Γιατί πρέπει να βλέπουμε τι ακριβώς συμβαίνει σε σχέση με τα ελληνικά νοικοκυριά. Η μέση ελληνική οικογένεια έχει μια επιβάρυνση της τάξεως του 52% σήμερα σε σχέση με τις τιμές του 2019. Οι νέοι, οι μονογονεϊκές οικογένειες και τα ζευγάρια έχουν μία επιβάρυνση της τάξεως του 63% σε σχέση με το 2019, ενώ στην Ευρώπη αυτή η επιβάρυνση είναι στο μισό, είναι στο 30%.
Οι ελληνικές οικογένειες λοιπόν, δίπλα στην αποτυχία στεγαστικής πολιτικής, επιβαρύνονται από το κόστος ηλεκτρισμού σε βαθμό περίπου διπλάσιο σε σχέση με την ΕΕ. Παρά τις επίμονες απαιτήσεις της Κ.Ο. και του Τομέα Ενέργειας έτσι ώστε το Υπουργείο να δίνει δείκτες για την ενεργειακή φτώχεια – ένας πολύ βασικός δείκτης μέσα από τον οποίο μπορούμε να δούμε το κοινωνικό αποτύπωμα της ενεργειακής πολιτικής που έχει κάθε κράτος μέλος – δυστυχώς η Ελλάδα δεν έχει δώσει δείκτες για την ενεργειακή φτώχεια στην Ευρώπη, στη Eurostat από το 2022.
Υπάρχει όμως ένα δείκτης, που είναι πολύ αδρός και πολύ βασικός για να δούμε τι συμβαίνει σε σχέση με την ενεργειακή φτώχεια. Είναι ο δείκτης αδυναμίας θέρμανσης των νοικοκυριών. Σε αυτόν λοιπόν τον δείκτη το 2024 η Ελλάδα παρουσιάζεται στο 19% όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 9%, δηλαδή παρακάτω από το μισό στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα νοικοκυριά με έναν ενήλικα άνω των 65 ετών είναι 27% όταν στην Ευρώπη είναι στο 11% και ένας ενήλικας με ένα προστατευόμενο μέλος έχει 27,5% αδυναμία θέρμανσης όταν στην Ευρώπη είναι στο 15%. Αυτό τι μας αποδεικνύει; Ότι οι κοινωνικές ανισότητες και μέσα από τη διαδικασία αυτή της ενεργειακής πολιτικής και του κόστους ρεύματος διευρύνονται, υπονομεύεται το δικαίωμα της αξιοπρεπούς διαβίωσης σε εκατομμύρια ευάλωτους πολίτες, η Ελλάδα το 2024 βρέθηκε στη χειρότερη θέση μαζί με τη Βουλγαρία ως προς την αδυναμία θέρμανσης των νοικοκυριών – το ποσοστό είναι υπερδιπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και πρέπει να πω εδώ ότι υπάρχει ένας πακτωλός χρημάτων διαθέσιμων, ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων, και σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης και σε σχέση με το ΕΣΠΑ και σε σχέση με εθνικά κονδύλια για τα προγράμματα «Εξοικονομώ» έτσι ώστε να μπορέσουμε αυτούς τους δείκτες να τους μειώσουμε. Η κυβέρνηση, όμως, δεν έχει καταφέρει ούτε ένα πρόγραμμα «Εξοικονομώ» κατά τα έξι χρόνια διακυβέρνησής της να κλείσει. Αυτό σε αντιδιαστολή με τα προγράμματα «Εξοικονομώ» που εγκαινίασε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ με Υπουργό τον Γιάννη Μανιάτη όπου έγινε μία σπουδαία δουλειά εκείνη την περίοδο και μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα πρόλαβαν να απορροφηθούν αυτά τα χρήματα και να έχουν άμεση επίπτωση στην εξοικονόμηση ενέργειας.
Θέλω να δώσουμε λίγο βάση σε σχέση με το πως το κόστος ρεύματος χτίζει ουσιαστικά τον πληθωρισμό, χτίζει την ακρίβεια.
Έχουμε τα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, είναι γνωστά σε όλους – και στην κυβέρνηση – από το Γενάρη του 2025 μέχρι σήμερα και πως αυτά τα στοιχεία μεταβλήθηκαν σε σχέση με το 2024. Θα πω ότι μόνο το τελευταίο τρίμηνο, που έχουμε διαθέσιμα τα στοιχεία, τον Μάιο του 2025 σε σχέση με τον Μάιο του 2024 έχουμε 18% αύξηση στις τιμές ρεύματος, τον Ιούνιο 23,1% και τον Ιούλιο 18,9%. Τα ενοίκια και ο ηλεκτρισμός συμμετέχουν κατά 30% στη διαμόρφωση του πληθωρισμού, δηλαδή από το 3,1 που είναι σήμερα ο πληθωρισμός στην Ελλάδα η μία μονάδα οφείλεται στην αύξηση των ενοικίων και του ηλεκτρισμού. Το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας είναι πρωταθλητής στη διαμόρφωση του πληθωρισμού, έχει ξεπεράσει το 20% της διαμόρφωσης αυτού του δείκτη. Οι αυξήσεις στις τιμές ρεύματος επιβαρύνουν περισσότερο τα ελληνικά νοικοκυριά από τις αυξήσεις στις τιμές ενοικίων. Η ακρίβεια, επομένως, δεν είναι εισαγόμενη. Η ακρίβεια, -ξαναλέω-, και ο πληθωρισμός δεν είναι εισαγόμενοι όπως λέει ο κ. Πρωθυπουργός και όπως διατείνεται η Νέα Δημοκρατία. Είναι κυβερνητική επιλογή της Νέας Δημοκρατίας.
Τι αποτύπωμα έχει αυτό σε σχέση με την επιχειρηματικότητα σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας; Στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουμε με όρους αγοραστικής δύναμης αύξηση του κόστους από το 2019 μέχρι σήμερα 65%, στο κόστος ρεύματος, στην μεταποίηση και τη βιοτεχνία 65% και στη βαριά βιομηχανία της χώρας 88%. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο δημιουργούν μία σοβαρή υστέρηση ανταγωνιστικότητας και στη βιομηχανία και στη μεταποίηση αλλά και στις ΜμΕ. Ο βραχνάς αυτός πνίγει προφανώς και τους αυτοαπασχολούμενους.
Και θέλω να κλείσω, επειδή έχει ακουστεί και ακούγεται συχνά από την κυβέρνηση ότι αυτή έχει καταφέρει να κάνει μία πολύ μεγάλη είσοδο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό ναι, είναι μία πραγματικότητα. Όπως είπα στην αρχή όμως η ενεργειακή πολιτική πρέπει να είναι πολυεπίπεδη και όχι μονοσήμαντη. Η μεγάλη είσοδος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας χωρίς ταυτόχρονες πολιτικές αποθήκευσης, εκσυγχρονισμού των δικτύων και εγκατάστασης ηλεκτρονικών και ψηφιακών μετρητών στα νοικοκυριά έχει ως αποτέλεσμα να έχουμε τεράστιες περικοπές και απορρίψεις από φθηνή πράσινη ενέργεια με σοβαρές επιπτώσεις και στην τελική τιμή ρεύματος – ακριβώς επειδή πετάμε αυτήν την ενέργεια και δε λαμβάνει μέρος στο μείγμα για τη διαμόρφωση της τιμής αλλά συνολικότερα την επιβάρυνση που επιφέρει στην οικονομία.
Σας δείχνω δύο δείκτες: το 2024 είχαμε 900 γιγαβατώρες απόρριψη φθηνής πράσινης ενέργειας και η εκτίμηση για το 2025 – ακριβώς επειδή υπάρχει αυτή η μονοσήμαντη εισαγωγή χωρίς ταυτόχρονες πολιτικές εκσυγχρονισμού δικτύων και αποθήκευσης – θα έχουμε 2417 γιγαβατώρες.
Θέλω να κλείσω, λέγοντάς σας ότι, έχει γίνει από τον Τομέα αλλά και από την Κ.Ο του ΠΑΣΟΚ πάρα πολλή δουλειά προκειμένου να αναδείξουμε τι συμβαίνει σε σχέση με την ενέργεια στη χώρα μας. Σήμερα προφανώς έχουμε περιοριστεί μόνο στο κόστος ενέργειας και πως αυτό επηρεάζει συνολικά το κόστος διαβίωσης αλλά έχει δοθεί πολύ μεγάλη βαρύτητα στο θέμα της ενέργειας διότι επηρεάζει, όπως σας είπα, ως βασικός συντελεστής οριζόντια όλους τους τομείς της οικονομίας και της καθημερινότητας.
Υπάρχουν δύο προβλήματα και πρέπει να τα πω από τώρα. Το ένα ότι μιλάμε με μία τεχνική γλώσσα η οποία δεν είναι κατανοητή σε όλους, πολλές φορές ούτε σε συναδέλφους πολιτικούς και βουλευτές ούτε και σε δημοσιογράφους. Υπάρχει και ένα δεύτερο και είναι το ολιγοπώλιο που έχει διαμορφωθεί και έχουμε πολύ μεγάλες κερδοφορίες από τις εταιρείες. Στη χώρα μας το μεγαλύτερο διαφημιστικό μπάτζετ το έχουν ακριβώς αυτές οι εταιρείες ενέργειας και αυτό δεν είναι χωρίς συνέπεια σε σχέση με την ορατότητα που λαμβάνει η συζήτηση και τα προβλήματα της ενεργειακής πολιτικής σε σχέση με τη χώρα και το δημόσιο διάλογο που αναπτύσσεται γύρω από τα προβλήματα που έχουμε.
Τα νούμερα και οι αριθμοί είναι αμείλικτα και η αποτυχία της κυβέρνησης είναι δεδομένη, αποδεικνύεται και μέσα από την στενή και ευσύνοπτη παρουσίαση που σας έκανα σε σχέση με τις τιμές ενέργειας και τις αποκλίσεις που έχουμε με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι προτάσεις και οι απαντήσεις σε σχέση με την επιλογή της κυβέρνησης να διατηρεί υψηλά το ενεργειακό κόστος θα δοθούν στη Θεσσαλονίκη και την Έκθεση από τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, τον Νίκο Ανδρουλάκη. Νομίζω ότι και μέσα από το επίπεδο αυτό της ενεργειακής πολιτικής αποδεικνύεται ότι η χώρα χρειάζεται πολιτική αλλαγή.

*Ιωάννης Τσίμαρης, υπεύθυνος Κ.Τ.Ε. Υγείας ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής

Θέλω να ξεκινήσω, θέτοντας το μέτρο. Το μέτρο είναι ότι η υγεία αποτελεί θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και πυλώνα ενός σύγχρονου κράτους δικαίου. Και θα σας δείξω στη σημερινή μου ομιλία ότι, παρόλο τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης και του υπουργού ότι θα παραδοθεί «το καλύτερο ΕΣΥ που υπήρξε ποτέ», στη σημερινή Ελλάδα το δικαίωμα της υγείας υπονομεύεται συστηματικά από μία πολιτική υποχρηματοδότησης, στρατηγικής αδράνειας και υποβάθμισης του Εθνικού Συστήματος Υγείας και μετακύλισης του κόστους στις πλάτες των πολιτών, με αποτέλεσμα την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η κατάσταση είναι πλέον οριακή. Και δεν το λέμε εμείς. Το καταγράφουν οι διεθνείς οργανισμοί, οι ευρωπαϊκές στατιστικές και, κυρίως, το βιώνει καθημερινά ο Έλληνας πολίτης.
Η κυβέρνηση θεωρεί την υγεία, κόστος και όχι επένδυση. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής επιλογής και του τρόπου σκέψης είναι η Ελλάδα να αποτελεί ουραγό στη δημόσια δαπάνη. Η χώρα δαπανά μόλις το 5,8% του ΑΕΠ για τη δημόσια υγεία, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 7,2%. Και θέλω να σας θυμίσω ότι δεν έχουμε ξεπεράσει το 6%, που ήταν το «φρένο» που είχαμε την περίοδο των μνημονίων. Άρα, σε μία περίοδο όπου υπάρχει ανάπτυξη, έχουμε αύξηση του ΑΕΠ και έχουμε δυνατότητα να μεταφέρουμε πόρους, η δημόσια δαπάνη παραμένει στάσιμη. Και το πώς επηρεάζει η αύξηση του ΑΕΠ το δηλώνει ο ίδιος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Η αύξηση της δημόσιας δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ μπορεί να μειώσει τη φτώχεια της υγείας κατά 20%. Άρα, έχουμε με λίγα χρήματα μεγάλο κοινωνικό αποτύπωμα.

Η Ελλάδα, όμως, κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στις ανεκπλήρωτες ανάγκες. Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με ποσοστό πολιτών, που δηλώνουν ότι δεν έλαβαν ιατρική φροντίδα όταν τη χρειάζονταν. Το ποσοστό είναι πάρα πολύ υψηλό: 21,9% έναντι 5,4% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Και, αν εξετάσουμε τις ομάδες, που βρίσκονται στον κίνδυνο φτώχειας, το ποσοστό εκτοξεύεται στο 32,3%, πέντε φορές πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτός είναι ο ρυθμός της υποβάθμισης του κοινωνικού κράτους. Δεν είναι απλώς μία αδυναμία. Είναι πολιτική επιλογή, η οποία οδηγεί σε αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Θα το ακούσετε σήμερα πολλές φορές.
Αποτέλεσμα είναι οι πολίτες να πληρώνουν από την τσέπη τους. Έχουμε μια σιωπηρή ιδιωτικοποίηση. Η Ελλάδα δαπανά το 36% των συνολικών δαπανών υγείας από ιδιωτικούς πόρους. Είναι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος πληρώνει από το υστέρημά του, όχι για πολυτελείς υπηρεσίες, αλλά για τα αυτονόητα: φάρμακα, ιατρικές επισκέψεις, διαγνώσεις, νοσηλείες.
Και, φυσικά, δεν αντιμετωπίζεται η ασυδοσία στο χώρο της ιδιωτικής υγείας και δεν προστατεύονται τα δικαιώματα των ασφαλισμένων. Με λίγα λόγια, όποιος δεν έχει, απλώς δεν θεραπεύεται. Και αυτό δεν είναι μεταρρύθμιση. Γιατί η κυβέρνηση ως απάντηση σε αυτό, δηλαδή στην αύξηση των ιδιωτικών δαπανών και στη δυσκολία στην πρόσβαση, είχε την αύξηση του ιδιωτικού έργου στο δημόσιο σύστημα υγείας γενικότερα, άρα αύξηση των ιδιωτικών δαπανών.
Έχουμε με το αποτέλεσμα αυτό τη φτωχοποίηση των ευάλωτων. Γιατί; Γιατί ο συνδυασμός υψηλών ιδιωτικών πληρωμών και ανεκπλήρωτων αναγκών δείχνει το μεγάλο κενό στην καθολική και ισότιμη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και έχει ως αποτέλεσμα πάνω από 400.000 νοικοκυριά να υφίστανται σήμερα καταστροφικές δαπάνες υγείας. Και τα γραφήματα που σας παραθέτουμε δείχνουν ακριβώς την κοινωνική απόκλιση και επιδείνωση που έχουμε στην πορεία της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Βλέπετε ότι από το 2019 τα νοικοκυριά δαπάνησαν 5,12 δισ. ευρώ για υπηρεσίες υγείας, ενώ το 2024 ήταν 6,59 δισ. ευρώ. Δηλαδή, σε πέντε χρόνια περίπου με την πολιτική ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ ανάγκασε τα νοικοκυριά να ξοδέψουν επιπλέον 1,5 δισ. ευρώ για να καλύψουν αυτές τις ανάγκες.
Επιπλέον, έχουμε αύξηση και στις ιδιωτικές δαπάνες όσον αφορά στα ιδιωτικά νοσήλια, τα θεραπευτήρια, από 1,6 δισ. ευρώ το 2019 οι Έλληνες πήγαν περισσότερο στον ιδιωτικό τομέα για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα υγείας τους, για να χειρουργηθούν, έχουν φτάσει στο 2,6 δισ. ευρώ. Μιλάμε για 600 εκατομμύρια ευρώ αύξηση στη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Και, φυσικά, βλέπουμε στο επόμενο διάγραμμα ότι ο πληθυσμός ο οποίος ακριβώς είναι ο πιο ευάλωτος και, επειδή η υγεία είναι μία ανελαστική δαπάνη και κινδυνεύει να επιδεινωθεί όσον αφορά στη φτώχεια του, επί διακυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και της ύπαρξης τόσων χρηματοδοτικών εργαλείων δεν είχαμε κανένα αποτύπωμα για αυτούς. Αντίθετα, έχουμε επιδείνωση και αύξηση στο 32,3%.
Όλα αυτά που βλέπουμε, είναι θέμα πολιτικής επιλογής. Και ο βασικός πυλώνας ο οποίος θα μπορούσε να ανασχέσει πλην της χρηματοδότησης αυτήν την πορεία, είναι η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Γιατί αυτή πρέπει να αποτελεί τον κορμό του συστήματος, την πρώτη γραμμή πρόληψης και φροντίδας. Και αυτή έχει εγκαταλειφθεί. Έχουν ακουστεί πολλά νομοθετήματα για τον προσωπικό ιατρό, ο πληθυσμός, όμως, παραμένει ακόμη χωρίς να έχει κάπου να αναφερθεί, χωρίς δυνατότητα κατεύθυνσης και χωρίς να πάρει οδηγίες έτσι ώστε να κινηθεί μέσα στο σύστημα υγείας, χωρίς γεωγραφική κάλυψη και, φυσικά, η δομή της πρωτοβάθμιας όπως είναι δεν καλύπτει τις σύγχρονες ανάγκες του πληθυσμού. Έχουμε έναν πληθυσμό, ο οποίος γηράσκει και έχει μία αυξημένη τάση να παρουσιάζει πολλαπλά νοσήματα. Με τον τρόπο που το χειρίστηκε η Νέα Δημοκρατία, η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αυτή τη στιγμή καταρρέει, – το γνωρίζετε από τα περιστατικά που βλέπουν το φως της δημοσιότητας -, και μαζί με αυτήν η έννοια της καθολικής, έγκαιρης και ισότιμης πρόσβασης.
Η κυβέρνηση είπε ότι θα έκανε προσλήψεις. Σας λέω ότι, με βάση τα στοιχεία, οι αποχωρήσεις ήταν 13.883 ως το 2024, ενώ οι διορισμοί ήταν 8.070, μιλώντας πάντα για μόνιμο προσωπικό, με τους 1.770 να είναι στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Και γιατί μιλάμε για μόνιμο προσωπικό; Γιατί, πρώτον, οι επικουρικοί και όσοι δουλεύουν με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου δεν έχουν τη δυνατότητα να παραμείνουν στο σύστημα, αλλά υπάρχει και η ανασφάλεια, με αποτέλεσμα με την πρώτη ευκαιρία να φεύγουν. Υπάρχει ανακύκλωση προσωπικού. Οι θέσεις που λαμβάνονται, είναι από αυτούς που είναι ήδη ορισμένου χρόνου. Δεν έχουμε νέο προσωπικό να εισάγεται στο σύστημα, άρα τα κενά παραμένουν. Και το κυριότερο, επειδή υπάρχουν πολλοί νέοι και πολλοί μεγάλοι σε ηλικία, δεν έχουμε την απαραίτητη διαστρωμάτωση του προσωπικού, ώστε να υπάρχει η μετάδοση της γνώσης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόβλημα στην ποιότητα της παρεχόμενης υγείας και το δείχνουν αυτό οι μετρήσεις.
Αυτό που πρέπει να λάβουμε υπόψη, είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει προετοιμαστεί ούτε να αντιμετωπίσει τα μελλούμενα. Ο πληθυσμός γερνάει και θα έχουμε ένα άλλο μείγμα αναγκών -το οποίο έχει ξεκινήσει ήδη- στα προσεχή χρόνια. Δεν έχει εκπονήσει σχέδιο για την αντιμετώπιση της «πανδημίας» των χρόνιων παθήσεων και δεν έχει κάνει κάτι στη διάρθρωση της ίδιας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας για να αντεπεξέλθει σε αυτό. Υπολειπόμαστε και σε αυτό.

Ένα άλλο που δεν έχει κάνει η Νέα Δημοκρατία είναι -ακριβώς επειδή δεν σχεδιάζει-ότι δεν έχει κάνει τίποτα για τη μακροχρόνια φροντίδα. Έχουμε δημογραφική γήρανση, κόσμο ο οποίος εμφανίζεται με πολλαπλά νοσήματα και έχουμε υποανάπτυκτη μακροχρόνια φροντίδα. Δεν είναι καν στο οπτικό πεδίο της Νέας Δημοκρατίας. Υπάρχει σοβαρή έλλειψη κρίσιμων υπηρεσιών μακροχρόνιας φροντίδας, με βαριά εξάρτηση από την ανεπίσημη φροντίδα που παρέχουν οι οικογένειες.
Η Ελλάδα δαπανά για τη μακροχρόνια φροντίδα μόνο το 2% της συνολικής δαπάνης για την υγεία, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 15%. Είμαστε επτά φορές κάτω, με τεράστιες προκλήσεις να έρχονται στο μέλλον. Σήμερα, το 2025, πάνω από 200 χιλιάδες άτομα, άρα και οικογένειες στην Ελλάδα χρειάζονται μακροχρόνια φροντίδα. 200 χιλιάδες οικογένειες επιβαρύνονται και αυτός ο αριθμός θα αυξηθεί δυόμισι φορές ως το 2050 και για αυτό δεν έχει σχεδιάσει τίποτα η Νέα Δημοκρατία. Η έλλειψη αυτών των δομών οδηγεί σε υπερφόρτωση των νοσοκομείων και σε οικογενειακή εξουθένωση τόσο οικονομική όσο και ψυχική. Και το σοβαρότερο πρόβλημα ήταν ότι είχαμε μια ευκαιρία, είχαμε το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Από το σύνολο των 30,5 δισεκατομμυρίων ευρώ θα διατεθούν μόνο 1,5 δισ. για την Υγεία και αυτό δεν είναι μόνο ζήτημα πόρων -που έπρεπε να είναι πολύ περισσότεροι-, αλλά και πώς έγινε η χρήση αυτών και αν φέρνει προστιθέμενη αξία στο ΕΣΥ. Και τα νούμερα δείχνουν ότι όχι μόνο δεν ανασχέσαμε την πορεία, αλλά αυτή επιδεινώθηκε.
Ένα άλλο σπουδαίο ζήτημα είναι η μη αξιοποίηση των ψηφιακών εργαλείων. Η ψηφιακή μετάβαση έχει καθυστερήσει. Είναι ένα εργαλείο το οποίο θα μας βοηθήσει να κάνουμε αποτελεσματικότερους τους πόρους για την Υγεία. Αυτή τη στιγμή, ακριβώς επειδή δεν έχουμε πετύχει ούτε μια στοιχειώδη ψηφιακή μετάβαση, η χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης μοιάζει ένα απατηλό, μακρινό όνειρο. Άλλη μια χαμένη ευκαιρία για ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό ΕΣΥ.

Η Υγεία έγινε πεδίο ψευδών υποσχέσεων. Το 2019, η Νέα δημοκρατία έλεγε ότι η Υγεία είναι εθνική προτεραιότητα. Υποτίθεται ότι μέσα στην πανδημία έλαβε το μήνυμα. Το 2023, υποσχέθηκε ένα σύγχρονο ΕΣΥ, αξιοκρατικές προσλήψεις, αναβάθμιση των υποδομών.

Το 2025, πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση απέτυχε να προστατεύσει τον πιο ευαίσθητο και ζωτικό τομέα, την Υγεία. Οι πολίτες πληρώνουν περισσότερα, αλλά λαμβάνουν λιγότερα. Οι ανάγκες των ασθενών μένουν ακάλυπτες. Οι ανισότητες μεγαλώνουν. Το ΕΣΥ αποδυναμώνεται μεθοδικά. Ήρθε η ώρα να πούμε «ως εδώ», δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια για αδράνεια. Δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες προσαρμογές, για δικαιολογίες, δεν μπορούν να καθυστερούν τα αυτονόητα.
Χρειάζονται πολιτικές που θα επενδύσουν στην Υγεία ως δημόσιο αγαθό. Η Υγεία είναι επένδυση. Πρέπει να διασφαλίσουμε καθολική, ποιοτική και ισότιμη πρόσβαση για όλους χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς. Η Υγεία δεν μπορεί να είναι προϊόν, πρέπει να είναι πυλώνας συνοχής, ευθύνης και σεβασμού στον άνθρωπο. Χρειάζεται πολιτική αλλαγή.