Του Σάκη Μουμτζή…Στους επιχειρηματίες και στους ελεύθερους επαγγελματίες είναι γνωστός ο όρος «λογιστικές διαφορές». Είναι μία ελληνική πατέντα, μια ελληνική εξευτελιστική πρωτοτυπία σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάθε 4-5 χρόνια καλούνται οι παραπάνω κατηγορίες να πληρώσουν όσα θα τους καταλογίσει ο φορολογικός έλεγχος, επί πλέον του φόρου που κατέβαλαν με τη φορολογική δήλωση.
Η πάγια τακτική των φορολογικών αρχών -έφορος, επόπτης, ελεγκτής- είναι να προϋπολογίζουν επί του τζίρου του ελεγχόμενου, τον φόρο που θα προκύψει. Αν ο επιχειρηματίας ή ο ελεύθερος επαγγελματίας δεν έχει παράβαση στις ελεγχόμενες χρήσεις, τότε το ποσοστό αυτού του φόρου, υπολογίζεται σε 1,8-1,5% επί του τζίρου, και σε αυτό το ποσό αρχίζει η «διαπραγμάτευση», η οποία πάντα έχει αίσιο τέλος, λόγω του αμοιβαίου συμφέροντος.
Όπως έλεγαν οι παλιότεροι, ένα ευνοϊκό «κλείσιμο των βιβλίων», είναι σαν μία καλή κερδοφόρα χρονιά. Στις μεγάλες υποθέσεις, για να επιτευχθεί αυτό το «καλό κλείσιμο των βιβλίων» η συναλλαγή ήταν 1/3 έφορος, 1/3 επόπτης, 1/3 ελεγκτής. Στις μικρότερες υποθέσεις, ο έφορος δεν συμμετείχε- συνήθως. Επειδή δε, ο φορολογούμενος προεξοφλούσε την κατάληξη του ελέγχου και πιθανολογούσε και το ύψος του πρόσθετου φόρου, φρόντιζε αυτό το ποσό να το καλύψει με την φοροδιαφυγή, ως νόμιμη άμυνα πλέον, απέναντι στην φορολογική επιδρομή.
Έτσι, προέκυπτε ένας φαύλος κύκλος παράνομων πράξεων, που ουσιαστικά πλούτιζε τα ελεγκτικά όργανα. Αποκλειστική αιτία αυτής της εξευτελιστικής διαδικασίας ήταν και είναι η έννοια της « ανέλεγκτης χρήσης», που, επί του πρακτέου, σήμαινε και σημαίνει συσσώρευση ανέλεγκτων χρήσεων. Επί πλέον η ύπαρξη ενός βρωμερού και τρισάθλιου κατασκευάσματος, του ΚΒΣ -που θεσπίστηκε το 1946 για να βάλει μία τάξη στην συμπεριφορά των επιχειρηματιών και των ελεύθερων επαγγελματιών και μετά από δύο χρόνια να καταργηθεί- συνέτεινε στην δημιουργία αυτής της νοσηρής κατάστασης.
Ο ΚΒΣ, είναι ένα πολυδαίδαλο σώμα τυπολατρικών διατάξεων, που καθιστούν τον ελεγχόμενο ευάλωτο σε πιέσεις και εκβιασμούς. Με τις ετήσιες σχεδόν τροποποιήσεις που υφίσταται, δημιουργεί πληθώρα ασαφειών και αβεβαιοτήτων, που λύνονται με διευκρινιστικές εγκυκλίους, σωρεύοντας όμως νέες γραφειοκρατικές επιβαρύνσεις στα λογιστικά γραφεία και στα λογιστήρια των επιχειρήσεων.
Θα έλεγε κάποιος πως με τον ΚΒΣ, ο δημόσιος τομέας εκδικείται τον ιδιωτικό τομέα, γιατί παράγει πλούτο. Με τις διατάξεις του και με τις πρακτικές που απορρέουν από αυτές, επιχειρείται η επί πλέον συμμετοχή του δημοσίου στα κέρδη του ιδιωτικού τομέα και ο παράνομος πλουτισμός λειτουργών του. Μία αθέμιτη αναδιανομή εισοδήματος.
Παρακάμπτω δε την ιλαροτραγωδία με τις παραγραφές, που έχουν καταστεί το πιο σύντομο ανέκδοτο στην φορολογική νομοθεσία ταλαιπωρώντας δικαστές, δικηγόρους, φορολογούμενους. Η συνεχής επιμήκυνση τους με πράξεις της διοίκησης, αμφιβόλου νομιμότητας, αποδεικνύει την αναξιοπιστία του ελληνικού δημοσίου, καθώς θεσπίζει δύο ειδών παραγραφές: μία, που είναι σαν λάστιχο όταν αφορά τις υποχρεώσεις των ιδιωτών και μία αυστηρώς καθορισμένη, όταν αφορά τα δικαιώματα τους.
Για την ιστορία να αναφέρω πως η πρώτη κυβέρνηση Σημίτη- σύμφωνα με προσωπική εκμυστήρευση κορυφαίου υπουργού – θέλησε να καταργήσει τον ΚΒΣ, αλλά έφερε αντιρρήσεις η ΠΑΣΚΕ εφοριακών, η πιο ισχυρή οργάνωση του κραταιού πάλαι ποτέ κινήματος.
Ερωτάται συνεπώς ο κ. Τρ. Αλεξιάδης, άριστος γνώστης του προβλήματος, τι προτίθεται να πράξει με αυτό το κατασκεύασμα που παράγει διαφθορά και παράνομο πλούτο; Μήπως ήρθε η ώρα, με 68 χρόνια καθυστέρηση, να τον καταργήσει; Ούτως ή άλλως το ταμείον του ιδιωτικού τομέα είναι μείον και δεν υπάρχουν ευρουλάκια για το κάτι τις..www.liberal.gr
