Τελικά η μεγάλη σύγκρουση στη συνάντηση του προέδρου των ΗΠΑ με τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης δεν συνέβη. Ο Τραμπ όσο και να φαίνεται περίεργο αυτοσυγκρατήθηκε, ο δε Μαμντάνι θέλησε να αποφύγει μια απευθείας σύγκρουση με ένα άνθρωπο που δεν γνωρίζει τι σημαίνει ευγενικός διάλογος. Ίσως όμως να ήταν και κάτι βαθύτερο. Ο Τραμπ να φοβήθηκε μια ακόμη ήττα από τον Μαμντάνι. Γιατί στη Νέα Υόρκη έχασαν πολλά από τα κυρίαρχα αξιώματα της εποχής μας.
Πρώτον, ηττήθηκε η αντίληψη που βαπτίζει «μετριοπάθεια» και «Κέντρο» την αδιαφορία για τα λιγότερο ευνοημένα στρώματα. Ο Μαμντάνι ούτε για μια στιγμή δεν ήταν «μετριοπαθής» και «κεντρώος» απέναντι στις κυρίαρχες οικονομικά ελίτ που βλέπουν με μεγάλη περιφρόνηση τα λαϊκά αιτήματα και υπολογίζουν τα πάντα με τη λογική κόστους -οφέλους. Αν και οι δυο νικήτριες για τη θέση του κυβερνήτη στην Βιρτζίνια και το Νιου Τσέρσεϊ ακολούθησαν πιο μετριοπαθείς δρόμους, ο Μαμντάνι δεν έδειξε καμία «μετριοπάθεια» απέναντι σ’ όλους όσοι απαξίωναν τις προτάσεις του που συνθέτουν το λεγόμενο affordability, ένα «πρόγραμμα υποστήριξης της εργατικής τάξης», δηλαδή πολιτικές εκτός της λογικής των αγορών που αφορούν δωρεάν δημοτικά λεωφορεία, δωρεάν βρεφονηπιακούς/παιδικούς σταθμούς για όλους, πάγωμα ενοικίων για τις μεγάλες περιοχές, όπου ισχύει έλεγχος ενοικίων (2 εκατομμύρια ενοικιαστές), ίδρυση δημοτικών παντοπωλείων με φτηνά τρόφιμα στις φτωχογειτονιές χωρίς μαγαζιά τροφίμων και 200 χιλιάδες νέες κοινωνικές κατοικίες, προοδευτική φορολογία, προστασία της εργασίας από τις αυθαίρετες εργοδοσίες και σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού από 18,5 σε 30 δολάρια την ώρα. Προτάσεις που είναι πολύ μακριά της λογικής του «Κέντρου» που διστάζει να θίξει τα μεγάλα συμφέροντα.
Δεύτερον, ηττήθηκε η άρνηση της διάκρισης Αριστερά-Δεξιά και η απολυτοποίηση της διάκρισης λαϊκισμός–αντιλαϊκισμός. Ο Μαμντάνι έδειξε πως η διάκριση Αριστερά- Δεξιά είναι ζωντανή και ότι δεν είναι λαϊκισμός κάθε λαϊκό αίτημα. Η απόδοση στον λαϊκισμό όλων των δεινών των σύγχρονων δημοκρατιών τα επιτείνει και δεν τα εξηγεί. Η συνεχής επίκληση του λαϊκισμού είναι η μάσκα πίσω από τον οποία κρύβονται οι πραγματικοί ένοχοι για την κρίση εμπιστοσύνης προς τις δημοκρατίες.
Τρίτον, ηττήθηκε η αντίληψη που στηρίζει μόνο τους «άξιους», τους έχοντες δηλαδή γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των αγορών. Ο Μαμντάνι μίλησε για την προτεραιότητα της αξιοπρεπούς κοινωνίας έναντι αυτής μόνο των «άξιων».
Τέταρτον, ηττήθηκε η αντίληψη που θέλει οι δημοκρατίες να κτίζονται μόνο πάνω στη λογική και να απειλούνται από το συναίσθημα. Αυτός απέδειξε πως έχει δίκιο η Σαντάλ Μουφ, όταν εστιάζει στον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζουν τα πάθη και τα συναισθήματα στη διασφάλιση της προσήλωσης στις δημοκρατικές αξίες. Η προεκλογική του εκστρατεία είναι υπόδειγμα τού πως η πολιτική πέρα από ορθολογισμός είναι και τέχνη δημιουργίας ταυτίσεων που μόνο τα συναισθήματα και τα πάθη γεννούν.
Και πέμπτο ηττήθηκε και η αντίληψη που ισχυρίζεται πως είναι αδύνατον κανείς να συνδυάζει την ταξική ατζέντα με την ατζέντα των δικαιωμάτων των μειοψηφιών. Ο Μαμντάνι έκανε ακριβώς αυτό. Ας μην απορούμε πώς νίκησε.
(Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ κοινωνιολογία- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Τα Νέα»)