Η τριγωνοποίηση και τα όριά της

Στις επόμενες εκλογές η ηγεσία της Ν.Δ. χρειάζεται κάτι περισσότερο από υποδοχή πολιτικών μεταναστών. Γιατί έχει φανεί «στο πεδίο» το ουσιαστικό περιεχόμενο της διεύρυνσης.

Τον Φεβρουάριο του 2024, σε μια συνέντευξη (Monocle), ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης είχε αναφερθεί στην «τριγωνοποίηση» ως μια «νέα προσέγγιση στην πολιτική». Ως πολιτικός όρος, η τριγωνοποίηση (triangulation) ανάγεται στην πρώτη θητεία του Μπιλ Κλίντον, μετά την ήττα των Δημοκρατικών στις ενδιάμεσες εκλογές (1994). Τότε, τον βοήθησε να ανακάμψει ο Ρεπουμπλικανός σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας Ντικ Μόρις.

Οπως περιέγραψε στα απομνημονεύματά του («Πίσω από το Οβάλ Γραφείο»), ενώνοντας τους αντίχειρές του, απευθύνθηκε στον Κλίντον καλώντας τον να «τριγωνοποιήσει», «να δημιουργήσει μια τρίτη θέση όχι μόνο ανάμεσα στα δύο κόμματα, αλλά και πάνω από αυτά».

Ακούγεται απλό, αλλά δεν είναι. Αλλωστε, ο ίδιος ο εμπνευστής του όρου επικαλείται τον Χέγκελ και την ιδέα της θέσης – αντίθεσης – σύνθεσης για να εξηγήσει το πολιτικό όφελος από τον έξυπνο συνδυασμό κεντροδεξιών και κεντροαριστερών θέσεων.

Στην περίπτωση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, μετά τις εκλογές του 2019, η τριγωνοποίηση αποτυπώθηκε στη σύνθεσή της. Η αξιοποίηση πρώην υπουργών του ΠΑΣΟΚ, στο ίδιο κάδρο με πρώην στελέχη του ΛΑΟΣ, ήταν η πιο σαφής ένδειξη πολιτικής επένδυσης στο τρίγωνο της αμφίπλευρης διεύρυνσης, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ο κεντρώος πρωθυπουργός που ενώνει και ομογενοποιεί.

Αυτό, σε επίπεδο πολιτικών, σημαίνει και ισότητα στον γάμο και σκληρή γραμμή στο μεταναστευτικό. Σε επίπεδο επικοινωνίας – συνθηματολογίας, και «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό» και «υπεύθυνο πατριωτισμό». Σε επίπεδο προσώπων, και Ανδρέα Λοβέρδο (που είχε διεκδικήσει δύο φορές την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ) στο ψηφοδέλτιο του νότιου τομέα της Β΄ Αθηνών και Μάξιμο Χαρακόπουλο (που δεν είχε ψηφίσει τον γάμο για τα ομόφυλα ζευγάρια) γραμματέα της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ν.Δ.

Σε αυτή τη στρατηγική οφείλεται σε μεγάλο βαθμό το 40,5% της Ν.Δ. στις τελευταίες εκλογές (2023), όταν ο Κ. Μητσοτάκης κυριάρχησε στον χώρο του Κέντρου χωρίς σοβαρές απώλειες προς τα δεξιά. Ενα χρόνο μετά, στις ευρωεκλογές, το κυβερνών κόμμα έχασε 12 μονάδες και έκτοτε κινείται δημοσκοπικά σε ποσοστά ακόμη χαμηλότερα.

Ομως, η τριγωνοποίηση, μέσα από την αμφίπλευρη διεύρυνση του κυβερνώντος κόμματος, παραμένει, φαινομενικά τουλάχιστον, βάση της στρατηγικής. Στην πορεία προς τις εκλογές θα επιδιωχθούν νέες μεταγραφές. Ακούγεται ακόμη και το όνομα ανεξάρτητου πρώην βουλευτή των Σπαρτιατών, και βουλευτών της Νίκης, ενώ οπωσδήποτε θα προκύψουν νέες «εισαγωγές» από το Κέντρο.

Το ερώτημα είναι αν αυτού του είδους οι ασκήσεις πολυσυλλεκτικότητας θα αποδώσουν –και πάλι– πολιτικά.

Το 2019 η τριγωνοποίηση πέτυχε γιατί συνδυάστηκε με την ελπίδα για καλύτερο βιοτικό επίπεδο, βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας, επίλυση προβλημάτων της καθημερινότητας. Το 2023 ψηφίστηκε η συνέχεια και η σταθερότητα απέναντι σε μια αυτοκαταστροφική και ασυνάρτητη αντιπολίτευση.

Στις επόμενες εκλογές η ηγεσία της Ν.Δ. χρειάζεται κάτι περισσότερο από υποδοχή πολιτικών μεταναστών. Oχι μόνον επειδή δεν υπάρχει πια το στοιχείο της έκπληξης, αλλά και γιατί έχει φανεί «στο πεδίο» το ουσιαστικό περιεχόμενο της διεύρυνσης, δηλαδή σε ποιο βαθμό «οι εκτός» διατηρούν τον πυρήνα της πολιτικής τους ταυτότητας όταν περάσουν εντός.

Το σημαντικότερο είναι ότι όταν η τριγωνοποίηση εξαντλείται σε συμβολισμούς που εκπέμπονται με επιλογές προσώπων, χωρίς βάθος στην παραγωγή πολιτικής, δίνεται η εντύπωση κυνικής συναλλαγής, η οποία τροφοδοτεί τη συλλογική αποστροφή για το πολιτικό σύστημα και τους κώδικες λειτουργίας του.

Πόσο μάλλον όταν ο νεοεισερχόμενος έχει περάσει στα αζήτητα (περίπτωση Λοβέρδου) ή ο αναβαθμισθείς έχει διακριθεί, βασικά, για την επίκληση του καραμανλισμού (περίπτωση Χαρακόπουλου).

Ο Κ. Μητσοτάκης απέκτησε την εικόνα ενός προοδευτικού φιλελεύθερου μεταρρυθμιστή, μεταξύ άλλων, ψηφίζοντας το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια επί κυβέρνησης Τσίπρα και καταψηφίζοντας τον Προκόπη Παυλόπουλο για την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Από τότε έγιναν τόσο πολλά για να θαμπώσει αυτή η εικόνα (υποκλοπές, πολιτική διαχείριση της τραγωδίας των Τεμπών, δόγμα Βορίδη – Πλεύρη στο μεταναστευτικό, εγκατάλειψη της ατζέντας των δικαιωμάτων, ΟΠΕΚΕΠΕ κ.ο.κ.) ώστε το πλεονέκτημα στο Κέντρο δεν θα μπορούσε να ανακτηθεί με μια προσχώρηση – πόσο μάλλον ενός πρώην υπουργού που έκανε δύο φορές αποτυχημένες απόπειρες δημιουργίας κόμματος και έφυγε από το κόμμα του αφού δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής. Ούτε ο Ντικ Μόρις δεν θα άντεχε τόσο κυνισμό.

(Η Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η Καθημερινή» της Κυριακής)