Όταν ένα άρθρο γνώμης, για τα ελληνοτουρκικά, δημοσιεύεται στην πρώτη σελίδα του Anadolu είναι σαφές ότι έχει την «σφραγίδα» της προπαγανδιστικής μηχανής της κυβέρνησης του Ταγίπ Ερντογάν. Ειδικά όταν αγγίζει ζητήματα όπως το Αιγαίο, τις αμυντικές συμμαχίες της Αθήνας ή τις σχέσεις Ελλάδας–Ισραήλ.
Αυτό συμβαίνει και με το άρθρο του Μουράτ Ασλάν, που «κόσμησε» τα πρωτοσέλιδα της ιστοσελίδας του τουρκικού κρατικού πρακτορείου Anadolu. Ο συγγραφέας είναι μέλος του διδακτικού προσωπικού του Πανεπιστημίου Hasan Kalyoncu στο Γκαζιαντέπ της Τουρκίας και ανώτερος ερευνητής στο Ίδρυμα Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών με έδρα την Άγκυρα.
Με τίτλο «Οι προκλήσεις της Ελλάδας στα νησιά του Αιγαίου: Μπορεί να αναδυθεί ένας «Σωτήρ» από την Έριδα και τον Δόλο;», δεν είναι ούτε μια ακαδημαϊκή άποψη ούτε και μια ανάλυση διεθνών σχέσεων. Αποτελεί μάλλον το τελευταίο επεισόδιο τουρκικής προπαγάνδας. Ενημερωτικά στη μυθολογία, ο Σωτήρ ήταν η προσωποποίηση ή ο δαίμονας της ασφάλειας, της διατήρησης και της απελευθέρωσης από το κακό, η Έρις ήταν η θεά και προσωποποίηση της ζήλιας και της διχόνοιας και ο «Δόλος» είναι η προσωποποίηση της εξαπάτησης, της πονηριάς και του τεχνάσματος.

Τι θέλει λοιπόν να πει ο τίτλος και τι το άρθρο;
Το άρθρο του Μουράτ έχει ως αφετηρία μια εντυπωσιακή καταγγελία: ότι «η ελληνική πολιτική ενισχύει μια μορφή εκπαιδευμένης αδυναμίας, προκαλεί τον λαό της και τον απομακρύνει από την πραγματικότητα». Η θέση αυτή δεν παρουσιάζεται ως προβληματισμός. Αντιθέτως λειτουργεί ως δομικό στοιχείο ενός αφηγήματος που θέλει την Ελλάδα μια χώρα ψευδαισθήσεων, η οποία δήθεν «κατευθύνεται προς μια τεχνητή τουρκική απειλή αντί για τα πραγματικά της προβλήματα», ελπίζοντας ίσως να επηρεάσει τους οπαδούς του εν Ελλάδι κατευνασμού. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα οικονομικά προβλήματα και στην εποχή του μνημονίου που πέρασε η χώρα μας.
Η εικόνα αυτή είναι η πρώτη απόπειρα αντιστροφής: η Ελλάδα κατηγορείται ότι φοβάται κάτι που «δεν υπάρχει», ενώ η Τουρκία εμφανίζεται ως δύναμη που ουδέποτε υπήρξε επιθετική και που μάλιστα έχει πολλά άλλα «προβλήματα ασφαλείας» για να ασχοληθεί με την Ελλάδα. «Ποτέ» λέει ο συγγραφέας η Τουρκία δεν ξεκίνησε πόλεμο κατά της Ελλάδος», ξεχνώντας προφανώς την εισβολή στην Κύπρο, τα επεισόδιά στα Ίμια και τις συνεχείς και καθημερινές προκλήσεις.
Η συνέχεια του άρθρου όμως αποκαλύπτει τη δεύτερη, βαθύτερη επιδίωξη της τουρκικής προπαγάνδας. Σύμφωνα με τον Ασλάν, η Ελλάδα δεν ενεργεί ως κυρίαρχο κράτος αλλά ως πιόνι ξένων ή μικροπολιτικών συμφερόντων, αντηχώντας τις τελευταίες επιθέσεις Τούρκων αξιωματούχων κατά του Νίκου Δένδια. Χαρακτηριστικά, σημειώνει ότι «το Ισραήλ ή οποιοδήποτε άλλο κράτος δεν κάνει συμφωνίες για την Ελλάδα, αλλά για να την εργαλειοποιήσει και να την εκμεταλλευτεί». Μάλιστα φτάνει στο σημείο να ισχυριστεί ότι «μια απίστευτη παγίδα έχει στηθεί για την Ελλάδα και το δίδυμο Μητσοτάκη-Δένδια την προσφέρει σε άλλους στο πιάτο για τα δικά του πολιτικά οφέλη».
Αυτά τα αποσπάσματα φωτίζουν τον πραγματικό στόχο της παρέμβασης. Το άρθρο δεν επιχειρεί απλώς να απαξιώσει την ελληνική εξωτερική πολιτική. Αντανακλά μια στρατηγική προσπάθεια της Τουρκίας να αποδυναμώσει τον άξονα Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει μια νέα ισορροπία στην ανατολική Μεσόγειο. Η Άγκυρα γνωρίζει ότι η σύγκλιση αυτή περιορίζει την περιφερειακή της επιρροή, γι’ αυτό και επιδιώκει να παρουσιάσει την Ελλάδα ως «αφελή» και «χειραγωγούμενη» από το Ισραήλ και τη Δύση. Πρόκειται για μια προσπάθεια όχι απλώς απαξίωσης της Αθήνας, αλλά πολιτικής υπονόμευσης των συνεργασιών που θωρακίζουν την ασφάλεια στην περιοχή.
Αξίζει όμως να εξεταστεί η καρδιά του τουρκικού αφηγήματος: Η δήλωση ότι «σε κανένα σημείο της ιστορίας η Τουρκία δεν ξεκίνησε επιθετικό πόλεμο κατά της Ελλάδας» και ότι, ως εκ τούτου, «η απειλή δεν προέρχεται από την Ανατολή, αλλά από την ελληνική πολιτική νοοτροπία». Η θέση αυτή δεν αποτελεί απλώς ανακρίβεια. Είναι μια θεαματική απόπειρα αναδιάταξης της ιστορικής μνήμης. Για να λειτουργήσει, απαιτεί μια συστηματική αποσιώπηση γεγονότων, τα οποία ο συγγραφέας και το Anadolu επιλέγει εντυπωσιακά να προσπεράσει.
Τι «ξέχασε» ο Τούρκος ακαδημαϊκός
Δεν γίνεται καμία αναφορά στο Casus Belli του 1995, την επίσημη απειλή πολέμου που διατηρεί η Τουρκία αν η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, δικαίωμα που προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο. Αγνοούνται πλήρως οι δεκάδες χιλιάδες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και οι υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα νησιά, πρακτικές αδιανόητες μεταξύ δύο μελών του ΝΑΤΟ. Δεν γίνεται η παραμικρή αναφορά στο τουρκολιβυκό μνημόνιο, που «εξαφανίζει» από τον χάρτη ελληνικά νησιά και επιβάλλει μια τελείως αυθαίρετη γραμμή θαλάσσιας οριοθέτησης. Δεν υπήρξε χώρος ούτε για τις κινήσεις του Oruc Reis εντός ελληνικής υφαλοκρηπίδας , ούτε για την εργαλειοποίηση μεταναστών στον Έβρο την ίδια χρονιά, ούτε για τις επανειλημμένες δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων περί «αποστρατιωτικοποίησης» ή ακόμη και «αμφισβήτησης κυριότητας» ελληνικών νησιών. Ούτε φυσικά και ενθυμείται ο συγγραφέας τις απειλές Ερντογάν πώς «θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά». Ούτε φυσικά και στις ιστορικές του αναφορές – όπου δίνει σημασία στην … Τριπολιτσά ή την ανταλλαγή των μουσουλμάνων, υπάρχει η οιαδήποτε αναφορά για την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, τον διωγμό των Ελλήνων της πόλης ή τους εκατοντάδες χιλιάδες – ακόμη – πρόσφυγες από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Αυτά τα στοιχεία δεν παραλείπονται λόγω «προσωρινής αμνησίας». Παραλείπονται επειδή ακυρώνουν πλήρως το συμπέρασμα που θέλει να επιβάλει το άρθρο: ότι η Ελλάδα είναι η πλευρά που προκαλεί ένταση και η Τουρκία ο «σταθεροποιητικός παράγοντας» στην περιοχή.
Ωστόσο, η πιο ενδιαφέρουσα διάσταση του άρθρου δεν βρίσκεται στις ανακρίβειες, αλλά στη στοχοθεσία του. Πίσω από την επιχειρηματολογία διακρίνεται καθαρά η προσπάθεια της Τουρκίας να παρουσιάσει τις αμυντικές συνεργασίες της Ελλάδας -ιδίως με το Ισραήλ και τη Γαλλία – ως δήθεν εχθρικές πράξεις που στρέφονται κατά της Τουρκίας. Όμως η Άγκυρα δεν ενοχλείται αφηρημένα από τις ελληνικές συμμαχίες. Ενοχλείται συγκεκριμένα από εκείνες που συγκροτούν ένα νέο περιφερειακό σύστημα ασφαλείας στο οποίο η ίδια δεν είναι κεντρικός παίκτης.
Τα εξοπλιστικά που εκνευρίζουν την Τουρκία
Μέσα από την κατασκευή του αφηγήματος ότι η Ελλάδα δήθεν «προκαλεί», ότι «κινείται παρορμητικά», ότι «ξοδεύει υπερβολικά σε εξοπλισμούς», το άρθρο επιδιώκει να καλλιεργήσει την εικόνα τόσο σε τουρκικό όσο και σε ελληνικό κοινό, ότι εάν η χώρα μας «κάτσει στα αυγά» της, δεν έχει τίποτε να φοβηθεί από την Τουρκία.
Γι’ αυτό ίσως και ο συγγραφέας… επικεντρώνει στα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας μας. Με αναφορές τόσο στα προγράμματα των Rafale, της αναβάθμισης των F-16 , των φρεγατών FDI αλλά κυρίως αυτά που υλοποιούνται σε συνεργασία με το Ισραήλ.
Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σε αυτό το σημείο, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναφερθούμε στις αμυντικές σχέσεις με το Ισραήλ. Σύμφωνα με τη συμφωνία που υπογράφηκε με το Ισραήλ το 2021, θα δημιουργηθεί ένα πιλοτικό πρόγραμμα εκπαίδευσης και μια σχολή πτήσεων μεταξύ της ισραηλινής εταιρείας Elbit Systems και της Ελλάδας. Είναι σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για την προμήθεια πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων PULS και συστημάτων αεροπορικής άμυνας/αντιπυραυλικής άμυνας, με σκοπό την ενίσχυση των δυνατοτήτων των χερσαίων δυνάμεων της Ελλάδας. Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάζεται ένα ολοκληρωμένο σύστημα αεροπορικής άμυνας και άμυνας κατά των μη επανδρωμένων αεροσκαφών (UAV) με την ονομασία «Ασπίδα του Αχιλλέα». Επιπλέον, η Ελλάδα εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθευτεί συστήματα όπως τα Barak MX, SPYDER και David’s Sling, προκειμένου να αναβαθμίσει τις δυνατότητές της στον τομέα της αεροπορικής άμυνας και της αντιπυραυλικής άμυνας».
Όπως καταλαβαίνει κανείς, είναι ακριβώς αυτές οι «εξελίξεις» που σε μια εποχή έντονης τριβής μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, γεννούν προβληματισμό στην Τουρκία. Έτσι ώστε να χρειάζεται μια «ανάλυση ως φιλική συμβουλή» όπως γράφει ο Μουράτ Ασλάν. Και μια «προειδοποίηση» προς την χώρα μας ταυτόχρονα.
Γράφει συγκεκριμένα:
«Ενώ η Ελλάδα περνάει τον χρόνο της στην πόρτα των ΗΠΑ και της ΕΕ με τον φανταστικό ισχυρισμό της για «τουρκική απειλή», είναι σαφές ότι θέτει σε κίνδυνο την ευημερία του ίδιου του λαού της, ότι δεν έχει εγκαταλείψει την στρατιωτική της ενίσχυση παρά την οικονομική κρίση, ότι έχει δημιουργήσει κρίσεις και έχει μετατρέψει την ένταση σε «πηγή διαβίωσης» και ότι δεν έχει δείξει κανένα δισταγμό να κάνει δηλώσεις και να αναλάβει δράσεις εναντίον της Τουρκίας για να συγκεντρώσει την υποστήριξη ολόκληρης της Δύσης για την κακομαθημένη συμπεριφορά της. Οι αμυντικές της σχέσεις με το Ισραήλ, εν τω μεταξύ, στοχεύουν άμεσα την Τουρκία. Σε αυτό το σημείο, ένα πράγμα πρέπει να διευκρινιστεί: Το Ισραήλ ή οποιοδήποτε άλλο κράτος δεν συνάπτει συμφωνίες «για την Ελλάδα», αλλά για να εκμεταλλευτεί και να «αξιοποιήσει» την Ελλάδα. Με άλλα λόγια, έχει στηθεί μια απίστευτη παγίδα για την Ελλάδα, και το δίδυμο Μητσοτάκης/Δένδιας σερβίρει την Ελλάδα σε πιατέλα σε άλλους για δικό τους πολιτικό όφελος».
«Η Ελλάδα πρέπει να απομακρυνθεί από το πνεύμα της Έριδος και της Δόλου και να μάθει να χειρίζεται τα ζητήματά της με την Τουρκία με καλή πίστη» καταλήγει.