Η νέα εποχή των αυτοκρατοριών

Το μέτωπο Κίνας, Ινδίας και Ρωσίας απέναντι στον Τραμπ και οι ανησυχίες για την επόμενη μέρα.
του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

Νέο Δελχί, 9 Σεπτεμβρίου 2023. Ο Σι Τζινπίνγκ δεν είναι παρών στη σύνοδο κορυφής του G20. Οι σχέσεις του με τον οικοδεσπότη της συνόδου, Ναρέντρα Μόντι, βρίσκονται στο ναδίρ ύστερα από τις αιματηρές συγκρούσεις στρατευμάτων των δύο γειτόνων στα Ιμαλάια, το 2020. Η συγκυρία είναι ευνοϊκή για τον Τζο Μπάιντεν, που έχει αναγορεύσει σε κατευθυντήρια γραμμή του την «αναμέτρηση μεταξύ Δημοκρατιών και απολυταρχικών καθεστώτων».

Καρπός αυτής της συγκυρίας είναι και η φωτογραφία από το Νέο Δελχί που κάνει τον γύρο του κόσμου: ο Μπάιντεν, ο Μόντι και ο ηγέτης τής (όχι και τόσο δημοκρατικής) Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, συνυπογράφουν μνημόνιο συνεργασίας για τη δημιουργία του IMEEC: ενός διαδρόμου θαλάσσιων, σιδηροδρομικών και τηλεπικοινωνιακών διασυνδέσεων, που θα ξεκινάει από την Ινδία, θα περνάει από τη Μέση Ανατολή και θα καταλήγει στην Ευρώπη. Το αμερικανικής έμπνευσης εγχείρημα έχει ξεκάθαρο στόχο να υπονομεύσει το μεγαλεπήβολο πρόγραμμα του Σι «Μία Ζώνη, Eνας Δρόμος» και προϋποθέτει τη συμφιλίωση της Σαουδικής Αραβίας με το Ισραήλ. Πολλοί υποστήριξαν μάλιστα ότι η ματαίωση αυτής της επικείμενης συμφιλίωσης ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας που ώθησε τη Χαμάς να προχωρήσει στις φονικές επιδρομές της, ένα μήνα αργότερα. Αλλά αυτό είναι μια άλλη, μεγάλη ιστορία.

Το πόσο άλλαξε ο γεωπολιτικός χάρτης του κόσμου τα δύο τελευταία χρόνια το μάθαμε την περασμένη Δευτέρα στην Τιαντζίν της βόρειας Κίνας, που φιλοξένησε τη σύνοδο κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης. Μια πολύ διαφορετική τρόικα τράβηξε πάνω της όλες τις κάμερες: Σι Τζινπίνγκ, Ναρέντρα Μόντι και Βλαντιμίρ Πούτιν έσφιγγαν τα χέρια και ξεκαρδίζονταν στα γέλια σαν παλιοί φίλοι, προβάλλοντας ενιαίο μέτωπο απέναντι στην εκστρατεία τελωνειακών δασμών και πολιτικών πιέσεων του Ντόναλντ Τραμπ.

Η σύνοδος, όπου εκπροσωπήθηκε και η νατοϊκή Τουρκία με τον Ταγίπ Ερντογάν, αποφάσισε τη δημιουργία Αναπτυξιακής Τράπεζας, η οποία, χάρη στα τεράστια κινεζικά αποθέματα, θα μπορούσε να αποτελέσει θεμέλιο για ένα νέο σύστημα διεθνών πληρωμών που θα παρακάμπτει το δολάριο. Δύο ημέρες αργότερα, ακολούθησε η γιγαντιαία στρατιωτική παρέλαση στο Πεκίνο, όπου ο Σι περιστοιχιζόταν, στην πρώτη γραμμή των επισήμων, από τον Πούτιν και τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν. Δύο Ευρωπαίοι ηγέτες, ο Ρόμπερτ Φίτσο της Σλοβακίας και ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς της Σερβίας, έδωσαν επίσης το «παρών», ενώ κορυφαίοι αξιωματούχοι εκπροσώπησαν την Ουγγαρία και τη Νότια Κορέα.

Οι εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας αποτέλεσαν κόλαφο για τον Ντόναλντ Τραμπ. Από την πρώτη στιγμή της δεύτερης θητείας του βάλθηκε να σπάσει τον άξονα Ρωσίας – Κίνας για να συγκεντρώσει όλη τη δύναμη ανάσχεσης της Αμερικής στη δεύτερη. Αυτός ήταν και ο βασικός, αν και ανομολόγητος στόχος της συνάντησής του με τον Πούτιν στο Aνκορατζ, όσο κι αν το άμεσο επίδικο πρόβλημα ήταν το Ουκρανικό. Η απάντηση που ήρθε από την Τιαντζίν ήταν πραγματική ψυχρολουσία: ο Πούτιν όχι μόνο δεν έδειξε διάθεση να χαλαρώσει τις σχέσεις του με τον Σι, αλλά οι δύο χώρες υπέγραψαν μνημόνιο για την κατασκευή και δεύτερου, τεράστιου αγωγού μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου στην Κίνα μέσω Σιβηρίας και Μογγολίας.

Αλλά το πραγματικό Βατερλώ του Τραμπ ήρθε από την Ινδία, τη χώρα που όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι από τον Τζορτζ Μπους τζούνιορ και μετά έβλεπαν ως βασική δύναμη ανάσχεσης της Κίνας στο πλαίσιο της QUAD (ΗΠΑ – Ινδία – Ιαπωνία – Αυστραλία). Ο Αμερικανός πρόεδρος επέβαλε στην Ινδία εξοντωτικούς τελωνειακούς δασμούς ύψους 50% επικαλούμενος την αγορά τεράστιων ποσοτήτων ρωσικού πετρελαίου, αλλά το αποτέλεσμα ήταν να σπρώξει τον Μόντι πιο κοντά στον Πούτιν και στον Σι.

Eνα άλλο, λιγότερο γνωστό περιστατικό έλαβε χώρα τη 17η Ιουνίου. Ο Τραμπ τηλεφώνησε στον Ινδό πρωθυπουργό και του είπε ότι ήταν πολύ ευτυχής που οι Πακιστανοί θα τον προτείνουν για το Νομπέλ Ειρήνης, λόγω του ρόλου που (υποτίθεται πως) έπαιξε στον τερματισμό της πρόσφατης στρατιωτικής σύγκρουσης με τους Ινδούς, υπονοώντας σαφώς ότι θα επιθυμούσε να τον προτείνει και ο Μόντι. Ο Ινδός πρωθυπουργός βγήκε εκτός εαυτού, θεωρώντας ότι θα ήταν πολύ ταπεινωτικό για τον ίδιο να αναγνωρίσει δημοσίως ότι χρειάστηκε η μεσολάβηση των ΗΠΑ για την επίλυση μιας σύγκρουσης με ένα ασθενέστερο γειτονικό κράτος. Σύμφωνα με διεθνή Μέσα, τους επόμενους μήνες ο Τραμπ προσπάθησε τέσσερις φορές να ξαναμιλήσει τηλεφωνικώς με τον Μόντι, για να εισπράξει ισάριθμες αρνήσεις.

Το πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι μόνο του Τραμπ. Από τον Οκτώβριο του 2011, όταν ο Μπαράκ Ομπάμα και η τότε υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον διακήρυξαν την περίφημη «στροφή προς την Ασία» (pivot to Asia), όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι, παρά τις κατά τα άλλα μεγάλες διαφορές τους, είχαν ως πρώτο μέλημα της εξωτερικής πολιτικής τους την ανάσχεση της Κίνας. Ο Τραμπ το προσπάθησε στην πρώτη του θητεία με τους εμπορικούς πολέμους. Ο Μπάιντεν προσπάθησε να υπονομεύσει μέσω του πολέμου στην Ουκρανία τον Πούτιν, θεωρώντας ότι η Ρωσία ήταν ο αδύναμος κρίκος στον άξονα με την Κίνα. Τίποτα από αυτά δεν πέτυχε. Αντίθετα, η Κίνα ενίσχυσε το κύρος της ως παράγοντας σταθερότητας απέναντι σε μια χαοτική, αποσταθεροποιητική Αμερική και ο Σι εμφανίστηκε στο Νταβός τον Ιανουάριο του 2017 ως υπερασπιστής της παγκοσμιοποίησης που υπονομεύουν οι ΗΠΑ.

Η θεμελιώδης δυσκολία των Αμερικανών είναι ότι, σε αντίθεση με τον Ψυχρό Πόλεμο, όπου ΗΠΑ και ΕΣΣΔ ήταν σε μεγάλο βαθμό οικονομικά ανεξάρτητες, σήμερα η αμερικανική και η κινεζική οικονομία είναι πολύ στενά συνδεμένες, έτσι ώστε ένα απότομο διαζύγιο να απειλεί και τις δύο με μεγάλες καταστροφές. Το διαπίστωσε πρόσφατα και ο Τραμπ όταν ανακοίνωσε μεγάλους δασμούς εναντίον της Κίνας, για να υποχωρήσει άτακτα όταν ο Σι του απάντησε με την αναστολή των εξαγωγών σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ. Εκών άκων, ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε το πράσινο φως στη Nvidia να συνεχίσει τις εξαγωγές προωθημένων ημιαγωγών στην Κίνα, τις οποίες είχε απαγορεύσει.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Τραμπ βλέπει τη διεθνή πολιτική υπό το πρίσμα μιας νέας Εποχής των Αυτοκρατοριών, όπου οι μεγάλες δυνάμεις θα έρχονται σε συμφωνίες για τη διαχείριση ενός άναρχου κόσμου. Κάτι ανάλογο με το συνέδριο της Βιέννης (1814-15) ύστερα από τους Ναπολεόντειους Πολέμους, το συνέδριο του Βερολίνου (1884-85) για το μοίρασμα της Αφρικής ή το όραμα του Φραγκλίνου Ρούζβελτ για τους «Τέσσερις Χωροφύλακες» (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Βρετανία, Κίνα) του μεταπολεμικού κόσμου. Αυτό υπονοεί και η αναβίωση του δόγματος Μονρόε για το Δυτικό Ημισφαίριο με τις απειλές του Τραμπ προς Καναδά, Γροιλανδία, Παναμά και Βενεζουέλα. Αν όμως η Ιστορία διδάσκει κάτι, είναι ότι οι συμφωνίες των μεγάλων δυνάμεων για το μοίρασμα σφαιρών επιρροής είναι ασταθείς και αργά ή γρήγορα δίνουν τη θέση τους σε μεγάλους περιφερειακούς ή και παγκόσμιους πολέμους. Η απόφαση του Τραμπ να μετονομάσει το υπουργείο Αμυνας σε υπουργείο Πολέμου δεν μοιάζει με καθησυχαστικό οιωνό.

(Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η Καθημερινή» της Κυριακής)