Οι χώρες που κυριαρχούν στο παγκόσμιο σύστημα ετοιμάζονται για την μεγάλη ανακατανομή πόρων και πηγών ενέργειας. Ανακατανομή σημαίνει μετατόπιση ισχύος, τριβές, κρίσεις και πολέμους.
Ο Ρώσος ΥΠΕΞ Λαβρόφ χθες σε συνάντηση στο Αστραχάν, στις εκβολές του Βόλγα στην Κασπία Θάλασσα, εκεί που συνορεύουν οι χώρες της Κεντρικής Ασίας, μίλησε για ενίσχυση του άξονα μεταφορών Νότου-Βορρά, από την Ανατολική Αφρική, τον Περσικό κόλπο, την κεντρική Ασία στην βόρεια Ευρώπη. Η πρόσθεση της Αφρικής στον μέχρι τώρα άξονα δεν είναι τυχαία. Απηχεί τη διεύρυνση των ρωσικών επιδιώξεων στις λίγες «παρθένες» περιοχές που απέμειναν, από πλευράς καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Ο Πούτιν συνομίλησε χθες τηλεφωνικά με τον Νετανιάχου για τα θέματα της περιοχής. Προφανώς όχι μόνο για τη Γάζα.
Την ίδια στιγμή ξεκίνησε η λειτουργία της σιδηροδρομικής γραμμής από την Κίνα στον Περσικό και αντίστροφα. Ένα πλήγμα στο Ιράν θα πλήξει τα κινεζικά συμφέροντα. Όμως η νέα γραμμή δίνει την εναλλακτική και ασφαλέστερη δυνατότητα στη θαλάσσια οδό μεταφοράς.
Ο Τραμπ σχεδιάζει την προσβολή του Ιράν και της Βενεζουέλας. Τις δυο χώρες με τεράστια αποθέματα υδρογονανθράκων και οι οποίες εξάγουν στην Κίνα το 90% των εξαγωγών τους. Σκοπός του η μείωση των ελλειμμάτων μέσω του ελέγχου των πηγών ενέργειας, στο πρότυπο της συμφωνίας με την Σαουδική Αραβία της δεκαετίας του ’70 όταν καθιερώθηκαν τα πετροδολάρια αλλά και η τωρινή του Μαΐου 2025 όπου συμφωνήθηκαν σαουδαραβικές επενδύσεις στις ΗΠΑ ύψους 600 δις και αγορά 142 δις όπλων και φυσικά επιδιώκεται η παρεμπόδιση μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Κίνα.
Υπόψη ότι ο δεύτερος αγωγός μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Σιβηρία στην Κίνα υπογράφτηκε τον προηγούμενο μήνα και θα ξεκινήσουν οι πρώτες μεταφορές το 2030.
Επόμενα το παράθυρο ευκαιρίας του Τραμπ για να «στραγγαλίσει» την Κίνα είναι τώρα. Ήδη ο ρυθμός ανάπτυξής της έχει υπερβεί τον αντίστοιχο αμερικανικό στα βιομηχανικά προϊόντα, στη ναυπήγηση πλοίων και στις μεταφορές.
Η μαρξιστική αντίληψη ότι η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου μαζί με την πτώση του ποσοστού κέρδους θεωρούνται από τους βασικούς παράγοντες εκδήλωσης των καπιταλιστικών οικονομικών κρίσεων, φαίνεται ότι επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά.
Η απαξίωση μέρους του κεφαλαίου μέσω του πολέμου και των κρίσεων είναι ουσιαστικά η «απάντηση» στην υπερσυσσώρευση κεφαλαίου.
Η οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται σε σχετική στασιμότητα την τελευταία τριετία, με ρυθμό ανάπτυξης που δεν ξεπερνά το 0,5%.
Η υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα οφείλεται στο υψηλότερο ενεργειακό κόστος, την υστέρηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό, στην Τεχνητή Νοημοσύνη και γενικότερα στις νέες τεχνολογίες, στην πίεση από ΗΠΑ και Κίνα.
Η Γερμανία πληρώνει την υποχωρητικότητά της απέναντι στις ΗΠΑ και ξοδεύει τριπλάσια κεφάλαια για εισαγωγές ενέργειας μετά την διακοπή της φτηνής ρωσικής, με ότι επιπτώσεις έχει αυτό στη βιομηχανία της αλλά και στις μικρές επιχειρήσεις. Την κρίση νιώθουν οι απολυμένοι της βαριάς βιομηχανίας αλλά και οι καταναλωτές.
Η κρίση ξεκίνησε σαν γεωπολιτική με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και συνεχίζεται σαν οικονομική στο εσωτερικό της Ευρώπης.
Οι καταναλωτές στην Ευρώπη δεν αγοράζουν όπως πριν, η Κίνα αγοράζει εργοστάσια της Volkswagen και αντί να αγοράσει ξένα αυτοκίνητα εξάγει τα δικά της, εταιρείες εγκαθίστανται στις ΗΠΑ, οι επιστήμονες φεύγουν στην Κίνα και στις ΗΠΑ.
Η αποβιομηχάνιση μαζί με την μειωμένη έρευνα δείχνουν ότι τα συσσωρευμένα κεφάλαια ψάχνουν ευκολότερους τρόπους κέρδους και σε σύντομο χρόνο. Η αναδιανομή γίνεται στο εσωτερικό των χωρών αλλά κύρια από την μία περιοχή του κόσμου σε άλλη.
Η Ασία έχει περισσότερους πόρους σε σπάνιες γαίες και δυνατότητες φτηνής ενέργειας, κεντρικό σχεδιασμό, φτηνούς μισθούς και τώρα εξειδικευμένο προσωπικό.
Η γερμανική βιομηχανία κινδυνεύει, τα συσσωρευμένα κεφάλαια αφού επένδυσαν στην «πράσινη ανάπτυξη» έφτασαν στο όριο και τώρα ποντάρουν στην καταστροφή κάποιου μέρους και στην μετακίνηση σε άλλους τόπους. Τα κρατικά χρέη αυξήθηκαν σημαντικά ακόμη και σε μεγάλες χώρες όπως η Γαλλία. Ο προστατευτισμός αποτελεί την βασική αντίφαση στην οικονομία η οποία απαιτεί επενδύσεις και κέρδη παγκόσμια.
Η «αγορά» χρειάζεται όπλα στην Ουκρανία και σε λίγο κατασκευαστικές για τις κατεστραμμένες πόλεις. Τα όπλα αποδίδουν άμεσα κέρδη ενώ τα γεφύρια, οι δρόμοι και τα νοσοκομεία εντός της Ευρώπης είναι βραδείας απόδοσης. Παράλληλα βέβαια η Ε.Ε. προσπαθεί να διατηρήσει κάποιο βαθμό αυτονομίας μέσα στον γενικότερο ανταγωνισμό.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, εντάσσεται η στροφή στην πολεμική οικονομία και στην ενίσχυση των στρατιωτικών δυνάμεων της Ε.Ε. Η κοινοτική χρηματοδότηση δίνει προτεραιότητα στην πολεμική οικονομία (σχέδιο «ReArm Europe» με 800 δις, SAFE με 150 δις).
Οι κυρίαρχοι κύκλοι θεωρούν ότι ο πόλεμος «πρέπει» να συνεχιστεί στην Ουκρανία αλλά και η στρατιωτικοποίηση των χωρών για να κερδηθεί χρόνος με την ελπίδα επαναβιομηχάνισης της Ευρώπης. Στο μεταξύ εργοστάσια αυτοκινήτων κλείνουν ή συζητούν να τα μετατρέψουν σε εργοστάσια παραγωγής πολεμικού υλικού π.χ. εργοστάσιο της Volkswagen εξετάζεται να αγοραστεί από την Rheinmetall για κατασκευή στρατιωτικών οχημάτων.
Τα κοινωνικά προγράμματα και οι χρηματοδότηση υποδομών και έρευνας για την υγεία και παιδεία υποβαθμίζονται. Η καταστολή αυξάνεται γιατί δεν υπάρχουν περιθώρια απεργιών και αντιδράσεων μια και αυτά θα μειώσουν ακόμη περισσότερο το ποσοστό κέρδους των επιχειρήσεων. Θα επιβιώσουν οι επιχειρήσεις που έχουν δυνατότητα ευελιξίας και μετατροπής στις νέες απαιτήσεις της πολεμικής οικονομίας και της υψηλής τεχνολογίας που αυτή εξυπηρετεί.
Η συσσώρευση ευρωπαϊκών και αμερικανικών όπλων στην Πολωνία, Βαλτικές χώρες και Ρουμανία αλλά και η συγκεκαλυμένη συμμετοχή ειδικών δυνάμεων της Γαλλίας και Βρετανίας εντός της Ουκρανίας δείχνουν ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί όσο εξυπηρετεί τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα αυτών των χωρών αλλά και των ΗΠΑ που πουλούν σύγχρονα όπλα στην Ευρώπη.
Παράλληλα, η Ρωσία επιδιώκει όχι μόνο την κατάρρευση του καθεστώτος Ζελένσκυ και την κατάληψη μεγάλου μέρους της Ουκρανίας αλλά και την φθορά της Ευρώπης ενώ η ίδια ισχυροποιεί τη συμμαχία με την Κίνα, την συνεργασία με την Ινδία και τους BRICS. Η κρίση και η δική της οικονομία πολέμου την ωφέλησε μια και ισχυροποίησε τη θέση της στην Ασία και απέκτησε αυτονομία σε οικονομικά και τεχνολογικά θέματα.
Παράπλευρα όμως αυξάνονται οι κίνδυνοι από την επιλογή της οικονομίας του πολέμου.
Η χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς που αντικαθιστά τον πόλεμο των χαρακωμάτων πλησιάζει πολύ κοντά στη χρήση τακτικών πυρηνικών. Μετά η χρήση στρατηγικών πυρηνικών είναι κοντά. Ένα τακτικό πυρηνικό μπορεί να καταστρέψει μια μικρή πόλη αλλά θα ακολουθήσει η μόλυνση της γύρω περιοχής και η ρίψη περισσότερων πυρηνικών στη συνέχεια.
Ο ανταγωνισμός των κερδών όταν φεύγει από το εμπόριο και πηγαίνει στην κρίση και στον πόλεμο φεύγει εκτός ορίων. Καταστρατηγεί τους κανόνες συνύπαρξης του διεθνούς δικαίου. Ο βασικός κίνδυνος είναι ότι ο κόσμος βγαίνει από κάποια παγκόσμια τάξη (rules-based order) που καθιερώθηκε μετά τον Β΄Π.Π. και οδεύει σε παγκόσμια αναρχία και στο δίκαιο του ισχυρού της στιγμής.
Τρανό παράδειγμα η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία για τέταρτο χρόνο, η γενοκτονία στη Γάζα, η απόρριψη κάθε κανόνα από τον Τράμπ, οι πληροφορίες για επικείμενη επίθεση στο Ιράν και στη Βενεζουέλα.
Ο πόλεμος είναι επικερδής επιχείρηση για μερικούς, δίνει επίσης λύσεις με την καταστροφή μέρους του συσσωρευμένου κεφαλαίου και την αναδιάταξή του αλλά μπορεί να επεκταθεί και να προκαλέσει παγκόσμιες επιπτώσεις.
(Ο Νίκος Τόσκας είναι υποστράτηγος ε.α. και πρώην υπουργός – το άρθρο δημοσιεύτηκε στο dnews.gr)