Συνολικά 52 παραγωγοί στη Μαγνησία έχουν εγκαταλείψει τους πάγκους αποχωρώντας από τις λαϊκές αγορές, καθώς δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στην πίεση της ακρίβειας, της αισχροκέρδειας και του πληθωρισμού.
Το παραπάνω έγινε γνωστό σε συνάντηση που είχε ο βουλευτής Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Θεσσαλίας, Απόστολο Τσακανίκα, για τα πολλαπλά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί των λαϊκών αγορών.
Επίκεντρο της συζήτησης αποτέλεσε «η άρνηση της κυβέρνησης να εφαρμόσει μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ σε τρόφιμα και βασικά είδη διατροφής, πάγιο αίτημα του κλάδου, παρά τις σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες που παρέχουν αυτή την δυνατότητα στα κράτη μέλη και το παράδειγμα ευρωπαϊκών χωρών που αξιοποίησαν αυτήν την δυνατότητα με ευεργετικά αποτελέσματα για παραγωγούς και καταναλωτές».
«Το κόστος παραγωγής είναι στα ύψη και η ακρίβεια σαρώνει το εισόδημα των πολιτών», σχολίασε ο βουλευτής ο οποίος ενημερώθηκε ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα, 52 παραγωγοί από τους συνολικά 250 που δραστηριοποιούνταν στην Μαγνησία εγκατέλειψαν το επάγγελμα.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας ανέλυσε την ιδιαίτερη φύση του επαγγέλματος, επισημαίνοντας ότι οι παραγωγοί λαϊκών αγορών πωλούν τα προϊόντα τους απευθείας στον καταναλωτή, χωρίς να εισπράττουν ΦΠΑ, με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζεται το πραγματικό κόστος παραγωγής και οι ίδιοι καλούνται να επωμιστούν πλήρως τις υπέρογκες δαπάνες.
Η Ομοσπονδία ζητά άμεσα την καθιέρωση τριμηνιαίας επιστροφής ΦΠΑ, ώστε να υπάρξει ανάσα ρευστότητας και να μπορέσουν οι καλλιεργητές να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται, προσφέροντας προσιτές τιμές στους καταναλωτές.
Παράλληλα, οι παραγωγοί ζητούν την εξαίρεσή τους από την υποχρεωτική χρήση ηλεκτρονικού δελτίου αποστολής, καθώς οι πωλήσεις στις λαϊκές αγορές γίνονται σε μικρές ποσότητες, υπό δύσκολες συνθήκες. Η απαίτηση αυτή, όπως σημειώνουν, δεν έχει ουσιαστικό φορολογικό όφελος και απλώς επιβαρύνει δυσανάλογα τους μικρούς παραγωγούς.
«Η επιλογή της Κυβέρνησης να μην αξιοποιεί το ευρωπαϊκό πλαίσιο δείχνει έλλειψη πολιτικής βούλησης για ουσιαστική στήριξη της κοινωνίας και της παραγωγής. Ο αγροτοδιατροφικός τομέας συγκεντρώνεται σιωπηρά στα χέρια λίγων εταιρειών, ενώ υπονομεύεται διαρκώς ο θεσμός των λαϊκών αγορών στις οποίες στρέφονται οι πολίτες για ποιοτικά και οικονομικά προϊόντα. Αν συνεχίσουμε έτσι, πολύ σύντομα σαν χώρα δε θα έχουμε λόγο στο πού και πώς παράγεται η τροφή μας», κατέληξε ο βουλευτής.