Βιβλίο Τσίπρα: Η πρώτη μέρα στο Μαξίμου, η απουσία Σαμαρά και οι 2 νεκροί πιλότοι

Το νέο βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα, με τίτλο «Ιθάκη», που βρίσκεται από σήμερα (24/11) στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, αναμένεται να δημιουργήσει αντιδράσεις σε όλο το πολιτικό σκηνικό.

Στο κεφάλαιο «Πρώτη μέρα στο Μαξίμου», ο Αλέξης Τσίπρας περιγράφει πώς πέρασε το πρώτο 24ωρο ως πρωθυπουργός, την «αρνητική έκπληξη» όπως χαρακτηρίζει την απουσία του Αντώνη Σαμαρά και τη… σωτήρια μακαρονάδα με κιμά από έναν εργαζόμενο του Μεγάρου.

Ακολουθεί το απόσπασμα από το βιβλίο «Ιθάκη»:

Σελίδα 123: Μετά την ορκωμοσία, αντί να περπατήσω, ως εθιμικό, μέχρι το Μέγαρο Μαξίμου, μπήκα στο αυτοκίνητο με προορισμό την Πλάκα. Πολλοί παραξενεύτηκαν, καθώς όλα τα μάτια ήταν στραμμένα επάνω μου και περίμεναν την είσοδό μου στο Μέγαρο, μια στιγμή πολύ ισχυρού συμβολισμού. Το Μέγαρο της εξουσίας να ανοίγει σε έναν Πρωθυπουργό που ιδεολογικά και πολιτικά πρόσκειται στους ηττημένους του Εμφυλίου και όλως παραδόξως για τα ελληνικά πολιτικά ήθη δεν είναι γόνος κάποιας μεγάλης πολιτικής οικογένειας, ούτε έστω κάποιας γνωστής οικογένειας της μεγαλοαστικής τάξης.

Και να ήταν μόνο αυτό το «πρόβλημα»! Ήμουν ταυτόχρονα και ο πρώτος Πρωθυπουργός στην Ιστορία της χώρας που πήγε στο Προεδρικό Μέγαρο χωρίς να ορκιστεί στο Ευαγγέλιο. Δεν άλλαξα τις αρχές μου, δεν προσποιήθηκα ότι είμαι κάποιος άλλος για να κερδίσω συμπάθεια και ψήφους, και όλο αυτό με έκανε περήφανο. Αλλά ταυτόχρονα με βασάνιζε κιόλας. Αναρωτιόμουνα πώς θα μπορέσω να παραμείνω ο εαυτός μου και όλα αυτά να προκαλέσουν ερωτήματα στον λαϊκό κόσμο ή να δημιουργήσει θεσμικές τριβές.

Για να εξομαλύνω, λοιπόν, κάπως αυτή τη δύσκολη συνθήκη, σκέφτηκα ότι αμέσως μετά την ορκωμοσία και πριν την εγκατάστασή μου στο Μαξίμου, θα ήταν σωστό να συναντήσω τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, στέλνοντας ένα μήνυμα σεβασμού στο συναίσθημα της πίστης της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού.

Με τον Αρχιεπίσκοπο διατηρούσα από καιρό μια θερμή σχέση, σεβασμού από μέρους μου και πιστεύω αλληλοεκτίμησης. Είχα μαζί του τακτική επικοινωνία, από την πρώτη μέρα που τον συνάντησα στην οικία του στην Αρχιεπισκοπή, πίσω από τη Μητρόπολη, όπου ξεκίνησε μεταξύ μας ένας ουσιαστικός διάλογος για θέματα φιλοσοφικά και ιστορικά. Για τη δύναμη της πίστης, αλλά και τις σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους, τον διαχωρισμό τους και την από κοινού αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας

 

Σελίδα 124: Έκτοτε τον είχα επισκεφτεί αρκετές φορές τόσο στην Πλάκα όσο και στο ησυχαστήριό του στη Βοιωτία, κοντά στα Άσπρα Σπίτια. Του ζήτησα λοιπόν να πάω στην Αρχιεπισκοπή να τον συναντήσω και αυτός δέχτηκε με χαρά. Πήγα πρώτα εκεί και μετά πήγα στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Με τον Ιερώνυμο η συνάντηση ήταν σύντομη αλλά ουσιαστική. Ο Αρχιεπίσκοπος έχει μια μαγική διπλωματική ικανότητα, χωρίς να μετακινείται από το δογματικό πλαίσιο που υπηρετεί, να είναι ταυτόχρονα ανοιχτός στους ανθρώπους και στις ιδέες. Έσπευσε λοιπόν πρώτος και χωρίς να του ζητηθεί να τοποθετηθεί μπροστά στις κάμερες για το επίμαχο θέμα της ορκωμοσίας. Και ξεκαθάρισε ότι είναι δικαίωμα του κάθε προσώπου να επιλέγει με ποιον τρόπο θα ορκιστεί, κάνοντας έτσι σαφή την ανεκτική στάση της Εκκλησίας.

Όμως στο μυαλό μου δεν ταίριαζε αυτό να είναι το μόνο μήνυμα που θα έδινα εκείνη την ημέρα. Αμέσως μετά πήγα στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, να αποτίσω φόρο τιμής σε όλους και όλους που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία της πατρίδας.

Στο Σκοπευτήριο οι στιγμές ήταν ανατριχιαστικές. Ένιωθες σ’ αυτό τον τόπο της θυσίας πως κουβαλούσες στην πλάτη σου το βάρος της Ιστορίας. Το βάρος όλων αυτών των ανθρώπων, που έδωσαν τη ζωή τους για την Ελλάδα, για τις ιδέες τους, για μια δικαιότερη κοινωνία. Το βάρος όλων των αγωνιστών της Αριστεράς, των μονίμως ηττημένων σ’ αυτή τη χώρα, και το βάρος των αγώνων τους, που μέσα από τη συγκίνηση μας έμοιαζαν να δικαιώνονται. Γιατί αυτό ακριβώς συνέβαινε: εκπροσωπούσαμε τους ανθρώπους που κυνηγήθηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, εκτελέστηκαν, αντιμετωπίστηκαν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ως εχθροί του κράτους και του έθνους από τους επαγγελματίες της εθνικοφροσύνης. Και αυτό ακριβώς αισθανόμασταν: ότι τώρα δικαιώνονται και η φωνή τους ακούγεται ξανά μέσα από εμάς. Ήταν μία συγκλονιστική αίσθηση, ένας συμβολισμός τόσο δυνατός, που δεν ήταν απλώς πολιτικός.

Ήταν βωμός ιστορικός και εθνικός. Γιατί οι αγώνες για ελευθερία και δικαιοσύνη είναι αγώνες που διαμορφώνουν την ψυχή του Έθνους.

Φτάνοντας στο Μέγαρο Μαξίμου με περίμενε μια αρνητική έκπληξη. Αντί να αντικρίσω στα σκαλιά τον προκάτοχό μου και

Σελίδα 125: μέχρι την ημέρα εκείνη οικοδεσπότη, αντίκρισα τον Τζανακόπουλο. Ο Σαμαράς δεν άντεξε να έρθει να με προϋπαντήσει. Παρότι συντηρητικός, έσπασε την παράδοση. Και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αποτελεί θεσμική παράδοση πολιτικού πολιτισμού και δημοκρατικής ευπρέπειας, ο απερχόμενος Πρωθυπουργός να καλωσορίζει τον νέο και να του παραδίδει. Να αποδέχεται έτσι τους κανόνες της δημοκρατικής μετάβασης και ομαλότητας. Και πέραν του συμβολισμού, να τον ενημερώνει κατ’ ιδίαν και για τις άμεσες εκκρεμότητες σε κρίσιμους τομείς της χώρας, είτε της οικονομίας είτε της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής.

Ενδεχομένως, η ακραία αυτή συμπεριφορά του Σαμαρά, να μη νομιμοποιήσει με την παρουσία του τον νέο ένοικο του Πρωθυπουργικού Μεγάρου, να μην ήταν μόνο μια πράξη παρορμητική, δηλωτική του χαρακτήρα του, αλλά η επιτομή της στάσης του κατεστημένου πολιτικού συστήματος απέναντί μου. Ορισμένοι ποτέ δεν αποδέχθηκαν την παρουσία μου στο Μέγαρο αυτό ως νόμιμη. Με αντιμετώπιζαν ως παρείσακτο και ευκαιριακό ενοικιαστή, όχι ως νόμιμο ένοικο. Ως έναν καταληψία που κάθεται στα δικά τους σαλόνια και τα μολύνει και πρέπει το γρηγορότερο να τους αδειάσει τη γωνιά. Είχε άλλωστε σχεδιαστεί ο Σαμαράς αυτό να συμβεί μέσα σε ολίγες μέρες, με τη χρηματοπιστωτική ασφυξία, αλλά όπως λέει και η παροιμία, όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ο Θεός γελάει.

Αυτό έκανα για την ώρα και εγώ, συναντώντας τον Τζανακόπουλο αντί για τον Σαμαρά στο πλατύσκαλο του Μεγάρου.

«Γεια σας, κύριε Σαμαρά, τι κάνετε;» προσφώνησα τον Τζανακόπουλο. «Σας ευχαριστώ που είχατε την καλοσύνη να με υποδεχτείτε, αλλά σαν να αρραίωσαν λίγο απότομα τα μαλλιά σας», του φώναξα από μακριά και έβαλε και αυτός τα γέλια.

Τσίπρας Μαξίμου; Αλέξης Τσίπρας; Τσίπρας Τζανακόπουλος Μαξίμου
26 Ιανουαρίου 2015 – Ο Αλέξης Τσίπρας μπαίνει στο Μέγαρο Μαξίμου για πρώτη φορά ως πρωθυπουργός και τον υποδέχεται ο Δημήτρης Τζανακόπουλος

Eurokinissi

Διαβήκαμε την εξώπορτα που οδηγεί στο αίθριο με το μαρμάρινο ασπρόμαυρο πάτωμα και αιφνής βρέθηκα από τον χειμωνιάτικο ήλιο της αυλής σε ένα σκοτεινό και παγωμένο κτίριο. Η αίσθηση της εγκατάλειψης ήταν τρομακτική. Οι προηγούμενοι τα είχαν πάρει όλα. Όχι μόνο έπιπλα και αντικείμενα, αλλά ακόμα και τα πιο ασήμαντα πράγματα. Ούτε ένα φύλλο χαρτί δεν είχε μείνει στα φωτοτυπικά μηχανήματα, ούτε ένα στυλό, ούτε καν τα

Σελίδα 126: στοιχειώδη για να λειτουργήσει το γραφείο. Ήταν σαν να ήθελαν να σβήσουν κάθε ίχνος της παρουσίας τους, να κάνουν ξεκάθαρο πως ό,τι υπήρχε πριν είχε φύγει μαζί τους και πως εμείς ήμασταν ξένοι σε έναν αφιλόξενο χώρο.

Δεν ήταν μόνο η έλλειψη αντικειμένων. Μου δημιουργήθηκε η αίσθηση πως ήθελαν να το εισπράξω ως μια εσκεμμένη πρόκληση. Φαντάζομαι πως ίσως να μετάνιωσαν που δεν μου άφησαν έναν φάκελο πάνω στο γραφείο με μία μόνο φράση: «Περιμένουμε πότε θα πέσεις». Δεν θα έγραφε τίποτα άλλο. Γιατί αυτό ήταν το σχέδιό τους. εκ προμελέτης… Δεν μας παρέδιδαν απλώς ένα άδειο πρωθυπουργικό γραφείο, μας παρέδιδαν έναν ναρκοθετημένο χώρο, έναν τόπο που δεν προοριζόταν για να κυβερνήσουμε, αλλά για να συντριβούμε εντός του.

Και όμως, καθώς στεκόμουν εκεί, μέσα στον ψυχρό, άδειο χώρο, αντί να καταβάλει ο φόβος, ένιωσα κάτι άλλο. Ένα πείσμα ότι αυτή η μάχη δεν ήταν μόνο πολιτική. Ήταν μια μάχη με την Ιστορία, όπως την έγραφαν οι νικητές μέχρι τότε. Στο κάτω κάτω, είπα μέσα μου, δεν είχαμε φτάσει ώς εδώ για να γίνουμε απλοί παρατηρητές μιας προδιαγεγραμμένης ήττας.

Μπήκα στο πρωθυπουργικό γραφείο, που δεν ήταν μόνο δυσλειτουργικό, ήταν και μουντό. Πολύ μουντό. Όχι μόνο γιατί η επίπλωσή του ήταν αυστηρά παλιομοδίτικη και βαριά, με ξύλινη επένδυση σε σκούρο χρώμα, αλλά κυρίως επειδή το φως του ήλιου δεν έφτανε ποτέ σε αυτό το σημείο του κτηρίου. Είχε ένα παράθυρο με θέα μια ωραία νεραντζιά, μπροστά στον κήπο του Μεγάρου, που έβλεπε στην Ηρώδου Αττικού. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι ήλιος ανέβαινε από πίσω και το φως έμπαινε στο δωμάτιο μόνο νωρίς το απόγευμα για καμιά ώρα περίπου και μετά χανόταν πίσω από τα πυκνά δέντρα του Εθνικού Κήπου. Οπότε, το γραφείο ήταν συνεχώς κρύο και σκοτεινό. Ειδικά τον χειμώνα με τις μικρές μέρες, αυτή η αίσθηση ήταν σχεδόν καταθλιπτική.

Και σε αυτό το κρύο, μουντό και σκοτεινό κτίριο, μπήκα και δεν βρήκα έναν άνθρωπο να μου εξηγήσει ακριβώς πώς λειτουργεί το περιβόητο κόκκινο τηλέφωνο. Που, παρεμπιπτόντως, δεν ήταν καν κόκκινο, μαύρο ήταν. Κάποια στιγμή, η Ελένη Σταυρακάκη,

Σελίδα 127: η γραμματέας μου για χρόνια στον έβδομο της Κουμουνδούρου, που είχε προλάβει να εγκατασταθεί στο πίσω δωματιάκι του πρωθυπουργικού γραφείου, άνοιξε την πόρτα και έφερε κάτι συντρόφους από το τμήμα Πληροφορικής του ΣΥΡΙΖΑ, που είχαν επιστρατευτεί για να δουν τις εγκαταστάσεις και τα τεχνικά ζητήματα ασφαλείας. Μου εξήγησαν, γρήγορα, πώς λειτουργούσε εκείνο το δήθεν κόκκινο τηλέφωνο και πώς μπορούσα να καλώ απευθείας τους Υπουργούς. Και πριν προλάβουν να φύγουν από το γραφείο, έκτος μένα μόνος, ξαφνικά αυτό το αναθεματισμένο άρχισε να χτυπάει.

Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο Στρατηγός Κωσταράκος, τότε Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, συγχωρεμένος σήμερα, ο οποίος μου λέει:

«Κύριε Πρωθυπουργέ, τα σέβη μου».

«Ποιος είστε;» τον ρωτάω.

«Είμαι ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ. Δυστυχώς δεν σας τηλεφωνώ για καλό, έχω ένα πολύ δυσάρεστο νέο».

«Πείτε μου τι έγινε;», του είπα.

«Είχαμε ένα ατύχημα στην Ισπανία, έπεσε ένα αεροσκάφος της Πολεμικής μας Αεροπορίας σε μια άσκηση και έχουμε δύο νεκρούς Έλληνες πιλότους».

Ήταν τέτοια η αμηχανία μου και η έλλειψη εμπειρίας, που του είπα: «Μάλιστα, Αρχηγέ, λυπάμαι πολύ. Να μεταβιβάσετε τα συλ­λυπητήριά μου στους δικούς τους ανθρώπους. Αλλά πείτε μου σας παρακαλώ, αν έχετε την καλοσύνη, εγώ τώρα τι πρέπει να κάνω;»

«Τίποτα. Απλά έπρεπε να σας ενημερώσω, μήπως βγάλετε κά­ποια ανακοίνωση».

Τσίπρας; Κωσταράκος; Κωνσταντοπούλου; Τσίπρας Κωσταράκος 25η Μαρτίου
Ο Από τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου 2015 – Αριστερά ο τότε αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Μιχάλης Κωσταράκος, ο Αλέξης Τσίπρας και δεξιά η Ζωή Κωνσταντοπούλου

Eurokinissi

Κάπως έτσι, μουντά, παγερά και μακάβρια, σε αντίθεση με το κλίμα έξω από το Μαξίμου, έζησα τις πρώτες μου ώρες ως Πρω­θυπουργού. Συνειδητοποίησα, κάπως απότομα είναι η αλήθεια, τι ακριβώς είναι αυτό που κάποιοι έχουν χαρακτηρίσει ως παγερή μοναξιά της εξουσίας. Μια εξουσία για την οποία δεν είχα ιδέα πώς λειτουργεί, δεν γνώριζα καν τα μυστικά της –τα πολύ πιο σοβαρά από το κόκκινο τηλέφωνο– και που ενδεχομένως να μην τα κατάλαβα –και να μην την κατέλαβα– και ποτέ.

Σελίδα 128: Εκείνη την πρώτη μέρα, ωστόσο, θυμάμαι πως συνέχισα να δουλεύω χωρίς να πάρω ανάσα, βυθισμένος σε συσκέψεις, τηλεφωνήματα, αποφάσεις που έπρεπε να ληφθούν άμεσα. Η ένταση ήταν ασταμάτητη, οι ώρες πέρασαν χωρίς να το καταλάβω. Κάποια στιγμή, αργά το απόγευμα, άρχισα να νιώθω μια βαριά εξάντληση. Και τότε συνειδητοποίησα ότι δεν είχα φάει τίποτα όλη μέρα. Ανοίγω την πόρτα προς το γραφείο της Ελένης και απευθύνομαι προς τους συνεργάτες μου:

«Ρε παιδιά, θα παραγγείλετε τίποτα να φάμε; Εδώ τι κάνουμε; Όταν πεινάμε;».

Είχα συνηθίσει να τρώω στα γρήγορα ένα σουβλάκι, κάτι απλό. Αλλά πριν προλάβει κανείς να απαντήσει, εμφανίζεται ο Τάκης, ο σερβιτόρος του Μεγάρου, ένας καλοσυνάτος τύπος από την Καλαμάτα, που προφανώς είχε διοριστεί την περίοδο Σαμαρά.

«Κύριε Πρόεδρε», μου λέει, «να σας φτιάξω μια μακαρονάδα με κιμά;».

Το Μέγαρο δεν είχε κουζίνα που να λειτουργεί, αλλά εκείνος, με έναν σχεδόν πατρικό τρόπο, ήθελε να κάνει κάτι παραπάνω, να με φροντίσει μέσα σε αυτό το ψυχρό, βαρύ κτίριο, αποδεικνύοντας ότι τουλάχιστον για τους υπαλλήλους του Μαξίμου, το κράτος έχει συνέχεια. Δέχτηκα με ευχαρίστηση. Όταν έφερε το πιάτο μπροστά μου, κουρασμένος όπως ήμουν, η μυρωδιά με χτύπησε κατευθείαν.

Πρώτη μέρα Πρωθυπουργός, με το βάρος όλης της χώρας στους ώμους, και το πρώτο μου γεύμα δεν ήταν κάποιο επίσημο δείπνο, δεν ήταν κάτι επιτηδευμένο. Ήταν μια απλή, ζεστή μακαρονάδα με κιμά, φτιαγμένη με μια δόση ανθρώπινης φροντίδας. Και αυτή τη μακαρονάδα τη θυμάμαι ακόμη. Ίσως ήταν και το μόνο που έχω να θυμάμαι με θετικά συναισθήματα από αυτή την πρώτη μέρα στο Μέγαρο Μαξίμου.

Η αρνητική αίσθηση που μας υποδέχτηκε, η απρέπεια του Σαμαρά που δεν εμφανίστηκε και το ψυχρό και σκοτεινό πρωθυπουργικό γραφείο που όλοι προσδοκούσαν να μπούνε μέσα έγιναν η αιτία, μόλις μπήκα σπίτι, να σκεφτώ: «Έλα Παναγία μου, μπήκα σε στοιχειωμένο σπίτι!».

Αφού έφαγα τη μακαρονάδα και συνήλθα κάπως, ένιωσα την ανάγκη να εξερευνήσω τους χώρους του επάνω ορόφου. Ανέβηκα…»

Σελίδα 129: …τις σκάλες και πήγα να δω τα επάνω δωμάτια, να καταλάβω τον χώρο, να μάθω ποιος ήταν πού και πού θα εγκατασταθούν οι συνεργάτες μας. Καθώς περιπλανιόμουν, ανακάλυψα πως μέσα σε όλη τη μουντάδα του κτιρίου, υπήρχε ένα δωμάτιο που πραγματικά άξιζε. Ήταν το παλιό υπνοδωμάτιο του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν έμενε στο Μαξίμου. Ένα δωμάτιο που έβγαζε κατευθείαν στην επάνω βεράντα και η βεράντα αυτή ήταν αριστούργημα. Μια όαση μέσα στο γκρίζο του κτιρίου. Ένας όροφος πάνω από το γραφείο μου, με απρόσκοπτη θέα στον κήπο, ένα σημείο που έμοιαζε να μην ανήκει στο ίδιο το Μαξίμου. Εκεί, αργότερα, έμαθα ότι ο Γιώργος Παπανδρέου είχε φτιάξει μια πέργκολα για να παίρνει το πρωινό του. Αυτό το μικρό καταφύγιο είχε γίνει για το γραφείο του Παππά.

Για μένα, πάλι, που δεν άντεχα τη μουντάδα του πρωθυπουργικού γραφείου στον κάτω όροφο, κάθε πρωί που πήγαινα στο Μαξίμου, η ρουτίνα ήταν ίδια: πρωί πρωί με το «καλημέρα» άνοιγα τους φακέλους της ΕΥΠ και μετά ανέβαινα επάνω. Εκεί, στη ησυχία της βεράντας, έπινα τον πρωινό μου καφέ μαζί με όλους τους στενούς συνεργάτες μου. Και όταν έφτανε η άνοιξη, τον καφέ δεν τον πίναμε μέσα. Βγαίναμε έξω, αφήνοντας για λίγο πίσω μας τη βαριά ατμόσφαιρα του ισογείου. Για λίγες στιγμές, τουλάχιστον, ο ήλιος και ο καθαρός αέρας έδιναν μια αίσθηση γαλήνης και ηρεμούσαν την ψυχή από εκείνους τους τοίχους που κουβαλούσαν τόσα και τόσα.

Στις 28 Ιανουαρίου με κάλεσε ο Μπαράκ Ομπάμα για να με συγχαρεί. Ήταν πολύ ευχάριστο, γιατί το τηλεφώνημα αυτό από μόνο του εξέπεμπε ένα μήνυμα υποστήριξης προς τόσο είχα ανάγκη εκείνες τις ώρες. Πέρα από τα συγχαρητήρια άρχισε να μου μιλάει για τα μαλλιά του. Μου είπε με αρκετή δόση πικρού χιούμορ: «Κοίταξε να το χαρείς τώρα, γιατί εγώ που είμαι πια στη δεύτερη θητεία και τελειώνω, μπήκα με μαύρα μαλλιά και βγαίνω με άσπρα».

Ο Αλέξης Τσίπρας με τον Μπαράκ Ομπάμα.
Συνάντηση του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, με τον τότε πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Μπαράκ Ομπάμα, την Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2016, στο Μέγαρο Μαξίμου.

EUROKINISSI.

Ο Αλέξης Τσίπρας με τον Μπαράκ Ομπάμα.
Συνάντηση του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, με τον τότε πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Μπαράκ Ομπάμα, την Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2016, στο Μέγαρο Μαξίμου.

EUROKINISSI.

Τις ίδιες μέρες τηλεφώνησαν ο Ολάντ, ο Ρέντσι, ο Πούτιν, ο οποίος με προσκάλεσε μάλιστα να επισκεφτώ τη Μόσχα για την επέτειο της αντιφασιστικής νίκης στις 9 Μαΐου, ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς που μου ζήτησε να έρθει άμεσα στην Αθήνα να με συναντήσει και δεκάδες ακόμα αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, όλοι για να με συγχαρούν».

Σελίδα 130: «Η Άνγκελα Μέρκελ, απ’ ό,τι θυμάμαι, δεν με πήρε τηλέφωνο αλλά μου έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα. Πάντως, ήταν πολλοί οι ξένοι ηγέτες που με κάλεσαν για να μιλήσουμε προσωπικά και να με συγχαρούν για τη νίκη. Και αυτό ήταν σημαντικό. Δεν το κρύβω πως είχα μια ανησυχία για το πώς θα μας υποδεχτεί η διεθνής κοινότητα.

Αλέξης Τσίπρας και Άνγκελα Μέρκελ.
Συνάντηση του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, με την τότε καγκελάριο της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, την Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019, στο Μέγαρο Μαξίμου.

EUROKINISSI.

Όλο το προηγούμενο διάστημα, όλος ο ευρωπαϊκός Τύπος περίπου προανήγγειλε ότι «Οι κατσαπλιάδες έρχονται»«Ο τρόμος έρχεται»«Η καταστροφή έρχεται», με τέτοια ή με παρόμοια λόγια. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως η γερμανική μεγάλη κυκλοφορίας λαϊκιστική εφημερίδα Bild είχε στο πρωτοσέλιδό της την επομένη μέρα της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ τον τίτλο «Ευρω-φρίκη ο θρίαμβος του Τσίπρα». Οπότε ευλόγως είχα ανησυχίες για το πώς θα μας υποδεχτούν οι ξένες κυβερνήσεις. Και μόνο που με καλούσαν όλοι αυτοί στο τηλέφωνο, μου έδινε την αίσθηση ότι όχι μόνο μας αποδέχονται, αλλά ότι η νίκη στην Ελλάδα είχε έναν διεθνή αντίκτυπο. Γενικά, τις πρώτες μέρες, σε αυτό το επίπεδο, το κλίμα ήταν πανηγυρικό.