ΕΛΤΑ: Μεταρρύθμιση, όχι κλείσιμο

Ακούγεται ως αστείο η εξαγγελία ότι το κλείσιμο των ΕΛΤΑ θα ανοίξει τον δρόμο για προσωποποιημένες υπηρεσίες στους τελευταίους που έχουν απομείνει στην ελληνική περιφέρεια.
του Παναγιώτη Καρκατσούλη

Η ανακοίνωση του κλεισίματος 204 υποκαταστημάτων των ΕΛΤΑ δεν έγινε δεκτή ασμένως ούτε καν από την κυβερνητική πλειοψηφία. Πολλοί βουλευτές, ιδίως οι εξ επαρχίας ορμώμενοι, διαμαρτυρήθηκαν για τους λόγους που οδήγησαν στη συγκεκριμένη απόφαση.

Η σφοδρότητα των αντιδράσεων οδήγησε την κυβέρνηση να απεμπολήσει την εποπτεία της επί των ΕΛΤΑ, φορτώνοντας στη διοίκησή τους το πολιτικό κόστος της απόφασης, ενώ η ίδια η διοίκηση, ποιώντας την ανάγκη φιλοτιμία, ανακοίνωσε μια «επεξηγηματική» της απόφασης εκστρατεία, ανά την Ελλάδα.

Καταγράψαμε δύο αντιδράσεις/προτάσεις: Η πρώτη αναφέρεται, ιδίως, στο ότι με το κλείσιμο των ΕΛΤΑ θα ερημώσει η ήδη εγκαταλειμμένη ελληνική ύπαιθρος. Οι υποστηρικτές της πρότασης να διατηρηθούν τα ΕΛΤΑ ως έχουν δεν αναφέρονται στην μακρά περίοδο κακοδιοίκησης ούτε στην κακή οικονομική κατάσταση που έκανε την συγκεκριμένη δημόσια επιχείρηση μη βιώσιμη. Με μια τέτοια λαϊκίστική προσέγγιση προστατεύεται ο πελατειασμός και «αθωώνονται» οι πολλοί- πολιτικοί και διοικητές από διάφορα κόμματα και κυβερνήσεις- που συντήρησαν την αντι-μεταρρυθμιστική πολιτική επί σειρά ετών.

Η δεύτερη αντίδραση/πρόταση εντοπίζει το πρόβλημα στην κακή οικονομική κατάσταση αλλά δεν υπεισέρχεται στα αίτια που οδήγησαν σ’ αυτήν. Ακολουθεί την γνωστή αλλά όχι και τόσο αποτελεσματική μέθοδο «πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι». Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, η οικονομική λογική ενός αγοραίου «κόστους-οφέλους» αποτελεί επαρκή απόδειξη για τη βιωσιμότητα μιας δημόσιας υπηρεσίας.

Πόσο, όμως, διαφορετική ήταν η αντίληψη της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου «διοικητικής μεταρρύθμισης», προ τριακονταετίας, όταν σχεδίαζε να αποτελέσουν τα ΕΛΤΑ ένα πολυδύναμο κέντρο του διοικητικού κράτους στην ελληνική περιφέρεια. Μάλιστα, είχε εκπονηθεί και το προφίλ ενός «πολυδύναμου» υπαλλήλου για την εξυπηρέτηση των συμπολιτών μας στις απομονωμένες περιοχές (νησιά και ορεινοί όγκοι).

Δυστυχώς το σχέδιο εκείνο δεν τελεσφόρησε, διότι το καρεκλοκένταυρο κράτος των Αθηνών αδυνατούσε να καταλάβει πώς το προφίλ του πολυδύναμου υπαλλήλου θα συμβάδιζε με το προφίλ του προκατακλυσμιαίου δημοσίου υπαλλήλου της προ-νεωτερικής εποχής.

Ένα υπερκείμενο πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο υπονομεύεται η ποιότητα της διακυβέρνησης που τον συναντάμε και στην περίπτωση των ΕΛΤΑ. Σχολιάστηκε από πολλούς το γεγονός ότι δεν έγινε κανενός είδους διαβούλευση πριν από τη λήψη της σχετικής απόφασης. Προς τι, όμως, η έκπληξη; Εδώ φαλκιδεύεται η διαφάνεια και η διαβούλευση στο ανώτατο επίπεδο λήψης αποφάσεων, στο κοινοβούλιο. Εξακολουθούν να ψηφίζονται διατάξεις νόμων που περιλαμβάνονται σε «πολυ-τροπολογίες». Για τους μη μυημένους, αναφέρουμε ότι πρόκειται για μια επαίσχυντη πρακτική που αποκρύπτει τις προθέσεις του νομοθέτη από τους βουλευτές. Έτσι, εμφανίζονται διατάξεις (3 στις 10), το πρώτον, στην ολομέλεια, χωρίς να έχουν αποτελέσει αντικείμενο διαβούλευσης, όπως οι υπόλοιπες διατάξεις και οι βουλευτές δεν έχουν ούτε το χρόνο ούτε τη δυνατότητα να κατανοήσουν και να κρίνουν την ορθότητά τους.

Σε μια τέτοια πραγματικότητα, ακούγεται ως αστείο η εξαγγελία ότι το κλείσιμο των ΕΛΤΑ θα ανοίξει τον δρόμο για προσωποποιημένες υπηρεσίες στους τελευταίους που έχουν απομείνει στην ελληνική περιφέρεια.

Υποθέτω ότι ο ψηφιακός ταχυδρόμος θα διατίθεται ακάματος και υπάκουος, 24/7, πλην όμως η τύχη του δεν προβλέπεται καλύτερη από εκείνη των φυσικών ταχυδρόμων. Η κακή πρακτική της μετάβασης σε μια ψηφιακή γραφειοκρατία από μια προηγούμενη χάρτινη, φοβάμαι ότι θα επαναληφθεί και στην περίπτωση των ταχυδρόμων.

Αν, όμως, αντί των λαϊκισμών και της μονομέρειας των νεο-φιλελεύθερων προσεγγίσεων, προσεγγίζαμε τα ΕΛΤΑ (κι όχι μόνο) με διάθεση μεταρρυθμιστική, τα αποτελέσματα θα ήταν, σίγουρα, καλύτερα. Αυτή, δυστυχώς, έχει εξοβελιστεί από τον δημόσιο διάλογο, όχι μόνον επειδή συμφέρει τους αντιπάλους της αλλά κι επειδή με την άρνησή της απαλλάσσονται των ευθυνών τους και όσοι με λάθη και παραλείψεις τις οδήγησαν στην αποτυχία και την απαξία.

Οι μεταρρυθμίσεις που αναζητούν λύσεις με «πλανητοπικό» χαρακτήρα στην ελληνική επικράτεια, παραμένουν, ωστόσο, η μόνη σίγουρη οδός που διασφαλίζει την βιωσιμότητα όχι μόνο των δημοσίων οργανώσεων αλλά και της κοινωνίας μας. Οι μεταρρυθμίσεις ήταν, είναι και θα είναι η εναλλακτική πολιτική και διοικητική πρόταση απέναντι στις λαϊκίστικες και νεο-φιλελεύθερες πολιτικές που οδηγούν στην χρεοκοπία και την κατάρρευση όχι μόνον ζωτικών διοικητικών μονάδων αλλά και της κοινωνικής συνοχής.

(Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι εμπειρογνώμονας δημόσιας διοίκησης, π.βουλευτής – το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα dnews.gr)